Θα ήθελα να επισημάνω, μιας και πήγαμε σε μια κοινωνιολογική ανάλυση, ότι η ενασχόληση με την μουσική σε μία χώρα όπως η Αγγλία, λόγω πλήθος κοινού αλλά και λόγω εγγενούς κουλτούρας (η ποπ εκεί είναι λαική μουσική) είναι όχι απλώς μια βιώσιμη εναλλακτική αλλά μια καθ' όλα λογική επιλογή και σε άτομα της εργατικής τάξης. Γιατί απλά μπορούν να ζήσουν από αυτό εύκολα ή δύσκολα.
Αντίθετα, στην Ελλάδα, εαν δεν το συνειδητοποιήσεις νωρίς, στην καλύτερη περίπτωση να έχεις μια πρωινή δουλειά (λέμε) την οποία θα συμπληρώνεις με ένα γκρουπάκι του προσωπικά αποκαλούμενου "παρακαλετού ροκ" (ρε συ ωραία το παίζουν το Tush, γκρουπάρα οι ZZ Top, ε;; ) παίζοντας γύρω γύρω στα 15 κλαμπάκια της Αθήνας με 5 ευρώ το κεφάλι που φερες (τυχαία τα νούμερα). Από την βιοποριστική αυτή φθορά εξαιρούνται οι "εισοδηματίες" την-ψάχνω-σε-κάτι-καινούριο γόνοι ΜΕΓΑΛΟαστικών (γιατί αστικών φίλτατοι δεν παίζει) οικογενειών. Και αυτοί μποορούν να το παίξουν και ηθοποιοί και να το αλλάξουν και σε μουσικούς (ονόματα δεν λέμε Νίκο, υπολήψεις κλπ κλπ) ή να πάνε στο Νεπάλ για αναζήτηση του εσώτερου εγώ. Για μυθολογοπαπαριες του αιώνια καταραμένου καλλιτέχνη που την ψάχνει εσαεί (και ΔΕΝ ανήκει στη κατηγορία του μου-βαλε-εμβασμα-ο-μπαμπάς) δεν θα πάρω. Κι αν υπάρχουν είναι απειροελάχιστοι και έχουν επιλέξει να μην ξέρουν τι ξημερώνει τ΄αύριο. Και μαγκιά τους τελικά αλλά ρέστα ας μη ζητάνε.
Το παιχνίδι γνωστό, η τράπουλα γνωστή, παίξε όσο θες, μην κλαις όμως αμα χάνεις.
Δεν χρειάζεται να αναφέρω ότι δεν μιλάω για επαγγελματίες session μουσικούς της νύχτας ή της μέρας. Να καταλαβαινόμαστε. Εκεί είναι άλλη πονεμένη ιστορία.