Θα χαρώ ακόμα περισσότερο αν βοηθήσει και κάποιον στην επιλογή του.
Καταλαβαίνω ότι το εύρος κόστους των συγκεκριμένων καμπινών δεν βρίσκεται μέσα στα δημοφιλή όρια του ευρέως Ελληνικού μπασιστικού κοινού.
Από την άλλη, αν και ανοίγω (και κλείνω άμεσα) μεγάλη κουβέντα, από το να αγοράζεις το 6ο - 7ο μπάσο, να δοκιμάζεις το 30ο πεταλάκι και να δίνεις αβέρτα για "έλα μωρέ αξεσουάρ του εικοσάρικου είναι", καλύτερα να κατασταλάξεις στο ενισχυτικό gear σου (sorry, ξέρω πολλοί θα διαφωνήσετε αλλά, εξαιρουμένων κάποιων, μάλλων ακριβών και βαριών, τα combo δεν είναι ακριβώς my cup of tea) με κάτι που ξέρεις ότι θα σε καλύψει ηχητικά με ποιότητα (και σχετική ευκολία) στις περισσότερες (αν όχι σε όλες) τις περιπτώσεις.
Τα συγχαρητήρια μου κύριε Κώστα σε σένα και σε όλους όσους συνέβαλαν να γίνει αυτό το τόσο σημαντικό εγχείρημα.
Ήθελα να σε ευχαριστήσω πολύ για την τιμή που μου έκανες να ζητήσεις και την δική μου συμβολή.
Λυπούμαι δε πάρα πολύ δε που δεν κατόρθωσα να συμβάλω και εγώ.
Ήμουν σε μια πραγματικά πολύ δύσκολη περίοδο όπως γνωρίζεις.
Εύχομαι ολόψυχα να αλλάξουν τα πράγματα στην χώρα μας ώστε όλοι οι συνάδελφοι μπορούν να αποκτήσουν τέτοιο εξοπλισμό και περιμένω αρχής γενομένης από αυτό να προχωρήσεις και σε άλλα τέτοια ουσιαστικά εγχειρήματα.
Δημήτρη, τιμή μου και σε ευχαριστώ που προθυμοποιήθηκες παρόλο που ξέρω καλά ότι το blues το βιώνεις ποικιλοτρόπως στο πετσί σου αυτό το διάστημα. Είσαι Γίγας όμως και τα καταφέρνεις.
“Good things come to those who wait” όπως λένε και οι Άγγλοι και τουλάχιστον το δεύτερο σκέλος το εφάρμοσα με Ιώβειο υπομονή. Περίμενα το πρώτο να επαληθευθεί.
Η Barefaced είναι μια Αγγλική εταιρεία κατασκευής μπασοκαμπινών, άγνωστη μεν στο ευρύ Ελληνικό μπασιστικό κοινό αλλά που έχει δημιουργήσει μια αίσθηση στην Ευρωπαϊκή αλλά και Αμερικάνικη αγορά (να ναι καλά τα forum) με τις κατασκευές της. Δικαίως;
Αν και η αγορά έχει (διθυραμβικώς) αποφανθεί, εμείς …..ίδωμεν.
Η καμπίνα κατέφθασε καταρχήν καλοπακεταρισμένη με διπλό χαρτόνι στα κρίσιμα σημεία και γωνίες αφρολέξ γύρω-γύρω.
Να τονίσω εμφατικά, ότι, αν και το Big Baby 2 είναι πλέον σε κανονική παραγωγή , η καμπίνα που μου διέθεσαν είναι pre-production test model με ότι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Η Barefaced όπως και η Aguilar, έχει ένα (αν και η Βarefaced στο site δηλώνει δύο – από ένα σε κάθε, αντίθετη από εκεί που έχουν τοποθετηθεί τα ποδαράκια, πλευρά-) δερμάτινο χερούλι στην κορυφή αντί των λαβών που έχουν οι άλλες καμπίνες. Μπορεί να την κάνει πιο όμορφη, σίγουρα δεν την κάνει πιο πρακτική αλλά με τέτοιο βάρος είναι εύκολα συγχωρήσιμο. Πάντως όντας από την πλάγια πλευρά, με βοήθησε να βγάλω την καμπίνα από την συσκευασία της πολύ εύκολα.
Η πρώτη εντύπωση είναι «μα πως ;». Η καμπίνα έχει σχεδόν τις ίδιες διαστάσεις με την Vanderkley αλλά είναι ακόμα πιο ελαφριά (13%). Η απάντηση θα έρθει λίγο πιο κάτω.
Η επένδυση (ή μάλλον το βάψιμο) της καμπίνας είναι με Duratex. Εδώ (σε συνδυασμό με το port), η Barefaced μου χτύπησε μια ευαίσθητη χορδή γιατί μου θύμισε τον πρώτο μου Peavey ενισχυτή (TKO 75) τον οποίο έχω συνδέσει με την λέξη indestructible (άσπαστο). Οκ, διαφορετικής φιλοσοφίας ο ένας με το ασήκωτο MDF και η άλλη με την πανάλαφρη λεπτή καμπίνα αλλά το ομολογώ ότι το οπτικό ερέθισμα έστειλε ένα θετικό σήμα στον εγκέφαλό μου. Στιβαρή/αλεξίσφαιρη γρίλια (μέσα από την οποία ξεχωρίζουν οι χρωμιωμένες βίδες του μεγαφώνου – οι οποίες και θα ήταν η πρώτη μου αλλαγή σε μαύρες μετά την αγορά), γωνίες χρωμίου και πλαστικά ποδαράκια όχι μόνο σε μία πλευρά αλλά σε δύο γειτονικές που κάνει εφικτή την τοποθέτηση της καμπίνας οριζόντια ή κάθετα κάτι το οποίο είναι πολύ βολικό με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα ακολουθήσουν όπως με διαβεβαίωσε ο Alex και οι δύο λαβές, μία σε κάθε αντίθετη από αυτές που είναι τα ποδαράκια.
Αποδεικνύοντας και την προσεκτική σχεδίαση του, το Μεγάλο Μωρό δεν έχει το κλασσικό στρογγυλό σωλήνα του bass reflex αλλά τετράγωνο διαμήκες shelf το οποίο πραγματικά δεσπόζει από μπροστά και σίγουρα είναι το μεγαλύτερο reflex του συγκριτικού (αφού «διασχίζει» την πλευρά της καμπίνας) και χωρίζεται σε τρία μέρη. Τώρα αν το χει στα πλάγια ή στο πάνω (λάθος σχεδίασης; ) μέρος, είναι θέμα πως έχετε τοποθετήσει την καμπίνα.
Από πίσω το πλακέτα των εισόδων φιλοξενεί δύο speakon τα οποία δέχονται και Jack. Ο διακόπτης του attenuator είναι ικανότατου μεγέθους και μπορείς να τον γυρίσεις ακόμα και με γάντια του μποξ.
Ανοίγοντας την καμπίνα βλέπουμε και το μυστικό της ελαφρότητας της καμπίνας.
Όλη η καμπίνα είναι από κόντρα πλακέ του ενός (ναι και όμως) πόντου. Το ελαφρύ και μαλακό ξύλο, παρά την σκληρή (λέμε τώρα καθότι το Duratex είναι μπογιά και όσο και σκληρή να είναι…. ) επένδυση, την κάνει λίγο ευπαθή στους χοντρούς «τσαμπουκάδες» (βλ. γωνίες από πόρτες). Από την άλλη βέβαια είναι γεμάτη δεσίματα, τα οποία μόνο τυχαία δεν είναι συμβάλλοντας και στην σφριγηλότητα της καμπίνας αλλά και στην εσωτερική διαχείριση του ήχου. Για να είμαι ειλικρινής η όλη κατασκευή μου θύμισε επίπονες diy κατασκευές από γνωστά ονόματα (δεν θα τα πω, ψάξτε τα) στο μπασιστικό diy και το οποίο μόνο κακό δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω. Μάλλον το αντίθετο.
Το δε αποσβεστικό Dacron ήταν μακράν το παχύτερο και το πιο πλούσιο του τεστ. Δείτε τη φωτογραφία. Φτιάχνεις διπλό πάπλωμα…..Ίσως να χρειάζεται και λιγότερο.
Το crossover είναι κι αυτό ιδιαίτερα προσεγμένο με διπλά coils αλλά και double sided. Επειδή ήταν κολλημένο πάνω στο backplate η οποία δεν αφαιρείται/ξεβιδώνει (εκτός και αν την ξεκολλήσεις), δεν επιχείρησα να δω αλλά μόνο να νιώσω (γιατρέ θέλω βοήθεια ! ) και την άλλη πλευρά (και τους πυκνωτές αφού από μπροστά είδα μόνο τις αντιστάσεις και τα πηνία)
Από την άλλη είδα το Faital HF102 (compression driver της μίας ίντσας) και το 12XN550 woofer (κατασκευή αποκλειστικά για την Barefaced) για το οποίο τόσο περήφανη (και μάλλον δικαίως) είναι η Barefaced.
Θα το πω όμως για να μου φύγει ο καημός.
Η Barefaced μου θύμισε τις πάλαι ποτέ κατασκευές του Βρεττανικού hifi (και όσοι έχουν ασχοληθεί, ξέρουν για τι μιλάω).
To design και το γενικό look δεν ήταν ποτέ το ισχυρό τους χαρτί αλλά ήταν πάντα συμπαθείς με αυτό made-in-the-shed, utilitarian, no-bullshit design (σχωρά τε τα Αγγλικά μου αλλά το εξηγώ αν θέλετε) και δεν περίμενες πολλά αλλά όταν τους άνοιγες ......
Ήξερες ότι, αν όχι για πάντα, θα τους έχεις τουλάχιστον για πάρα πολύ καιρό μαζί σου.
Main Driver 12″ cast frame woofer, 7oz. Neodymium magnet
Tweeter: Phenolic tweeter with integral phase plug
Sensitivity: 100 dB
Watt: 250 watts
Response: 37 Hz to 16 kHz
Impedance: 8 Ohms
Dimensions:
(HxWxD) 38cm x 48,2cm x 45,7cm
Weight: 11.5 kg
List Price: 800 (Thomann)
Η καμπίνα που όλοι θέλαν να κουβαλήσουν. Απίστευτα ελαφριά (κάτι περισσότερο από 11 κιλά). Ακόμα και οι κιθαρίστες ζήλεψαν.
Κατασκευασμένη με ικανοποιητικό 12mm κόντρα πλακέ και επενδυμένη και αρκούντως περιποιημένη με το tolex .Ένα πλαστικό χερούλι μόνο αλλά να επισημάνω ότι χερούλι είναι μάλλον σε λάθος μέρος. Είναι τουλάχιστον φθηνή παράλειψη να μην βάλεις και ποδαράκια στην αντίθετη πλευρά από τα χερούλια αφού κάθε φορά που την κουβαλάς πρέπει ή να την γυρνάς για να την ακουμπήσεις κάτω ή να την ακουμπάς με τις χρωμιωμένες γωνίες στο πάτωμα. Εγώ πάντως θα έβαζα μόνος μου άλλα 4 ποδαράκια (με προσοχή βέβαια τι, που και πως τρυπάω –don’t try this at home εκτός κι αν ξέρετε τι κάνετε).
Η κατασκευή της είναι λίγο περίεργη αφού αν και δείχνει με μικρό προφίλ, ανακτά τα απαραίτητα λίτρα σε βάθος.
Συνυπολογιζομένου ότι η καμπίνα έχει το bass reflex στο πίσω μέρος και αυτή (όπως η Tecamp) ισχύουν οι ίδιες προειδοποιήσεις σχετικά με την τοποθέτησή της, ειδικά στις μικρές σκηνές (που αφθονούν στη χώρα μας).
Προσπάθησα να βρω πως αφαιρείται η υφασμάτινη γρίλια από μπροστά προκειμένου να έχω πρόσβαση και στο εσωτερικό της καμπίνας αλλά αποδείχθηκε μάλλον δύσκολο και δεν ήθελα να κάνω κάποια ζημιά (Λευτέρη είναι ακόμα σαν καινούρια) οπότε και εγκατέλειψα.
Άρα ούτε από το backplate είχαμε πρόσβαση ούτε από το μεγάφωνο οπότε και η Agular μας άφησε κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα. Όμως με (3 led) φακούς (στο εσωτερικό της) και κάμερα, κατάφερα να ρίξω μια ματιά στο εσωτερικό της. Ναι, μου πε κι ο γιατρός ότι μάλλον δεν υπάρχει θεραπεία για την περίπτωσή μου αλλά μόλις του είπα για την λαπαροσκόπηση το βούλωσε.
H καμπίνα είναι επενδυμένη σε τρείς από τις 6 πλευρές της με ηχοαποσβεστικό υλικό. Έχει εσωτερικά δεσίματα σε «στρατηγικά»σημεία τα οποία και διαβεβαιώνουν την στιβαρότητα της καμπίνας.
Το μεγάφωνο το οποίο είναι Eminence και αν δεν κάνω λάθος είναι το Deltalite 2512 (με όποια τυχόν διαφορετικότητα έχει απαιτήσει η Aguilar από την Eminence) και συνδέεται με ικανότατης διατομής καλώδια με το crossover το οποίο όμως, λόγω του ότι ήταν πάνω στο jack plate των συνδέσεων και πίσω από το ηχοαποσβεστικό υλικό, δεν μπόρεσα να δω την κατασκευή του. Δεν θυμάμαι τον κωδικό του tweeter αλλά δεν θυμάμαι να είναι κάτι ουάου. Αν θέλετε όμως και αγωνιάτε, να το δω ξανά στα βιντεάκια και να σας πω.
Το input port συμπληρώνει την εικόνα με ένα speakon αλλά και δύο jack. Το κουμπί του attenuator είναι πολύ πρακτικό και όμορφο.
Και με την κα Aguilar(a) ολοκληρώθηκε το 1ο κομμάτι της παρουσίασης των καμπινών.
Θα ακολουθήσουν εντυπώσεις και οπτικοακουστικό υλικό (as soon as είναι έτοιμο).
Οιαδήποτε σχόλια, απορίες, ενστάσεις, παρατήρηση, διαπίστωση κλπ κλπ σχετικά με τις καμπίνες, είναι ευπρόσδεκτα.
Φίλε Κώστα καλησπέρα. Παρακολουθώ με ενδιαφέρον την παρουσίασή σου, γιατί εδώ και καιρό με απασχολεί το θέμα της εύκολης μεταφοράς του bass rig για συναυλίες, πρόβες κλπ. Θέλω και εγώ να σε ευχαριστήσω με τη σειρά μου για την προσπάθεια.
Μια ερώτηση έχω μόνο: από που συνάγεται ότι η Aguilar καμπίνα είναι Made in USA;
Από ότι είδα στις φωτογραφίες σου (αλλά και σε αντίστοιχες φωτογραφίες στο Internet), δε φαίνεται πουθενά η χώρα κατασκευής. Αυτό νομίζω ισχύει και για άλλα προϊόντα της Aguilar (π.χ. το Tone Hammer 500).
Ωραία ερώτηση. Με είχε φάει και μένα αυτή η απορία.
Τόσο ακριβή έλεγα, δεν μπορεί, Αμερικάνικη θα είναι.
Από την άλλη αν είναι Αμερικάνικη, γιατί δεν το γράφει ως προστιθέμενη αξία;
Μέχρι που καθώς αλήτευα στο Talkbass, βρήκα αυτή τη δήλωση του ιδίου του κου Boonshoft (πρόεδρος της Aguilar) o οποίος δηλώνει ανάμεσα στα άλλα:
"Regarding our cabinets, including the SL 112 that you asked about, the cabinet shop we use is in Ohio (I grew up there!) They build and cover the cabinets and install the speakers, which come from Kentucky. The plywood comes from a variety of places…..the Philippines, China, eastern Europe, South America, and even the northwest USA! ".
Να ενημερώσω απλώς τους φίλους που παρακολουθούν το thread ότι λόγω φόρτου, θα συνεχίσω με τις εντυπώσεις και όλο το υπόλοιπο υλικό, από Δευτέρα πρωί καλά να μαστε....
Αν και αρχικές προσωπικές εκτιμήσεις υπήρξαν από την στιγμή που ήρθαν, ήθελα να τις βάλω και στο στούντιο που, πιο αγχολυτικά (λόγω ελευθερίας εντάσεων) αλλά και πιο εμπεριστατωμένα, θα μπορούσα να τις εκτιμήσω.
Την πρώτη φορά τις έφερα μαζί μου στην πρόβα του γκρουπ μας.
Την επόμενη φορά, (εξ΄ου και η παραπάνω φωτό) μαζευτήκαμε καμιά δεκαριά (και παραπάνω) έμπειροι (επαγγελματίες και ερασιτέχνες) μουσικοί και υποβάλαμε σε εκτεταμένα βασανιστήρια (jam, looper, μεμονωμένο παίξιμο) τις καμπίνες, τα αυτιά μας, την υπομονή μας και τους ηχολήπτες του στούντιο.
Ακολούθησε και άλλο session σε διαφορετικό στούντιο με εγγραφή ενός τρίο (Αντωνιάδης Δημήτρης – Ντραμς, Γρηγορίου Γιάννης – Μπάσο, Δούκας Γιώργος (Longshadow) – Κιθάρα) σε συνθήκες jam (ότι παίχτηκε ήταν on-the-fly και χωρίς πρόγραμμα) για να δούμε πως ακούγεται (close mic με Shure SM57 & Neumann U87 ταυτόχρονα) και πως δένει/κουμπώνει η κάθε καμπίνα στο γκρουπ. Τα βίντεο θα παρατίθενται στο σημείο που γίνεται η αναφορά για κάθε καμπίνα.
Τέλος, σε άλλο στούντιο (πολύ κουβάλημα ρε παιδιά, πολύ κουβάλημα) ηχογραφήθηκε ξεχωριστά η κάθε καμπίνα με το ίδιο loop (με δυναμικό Heil PR-30 και πυκνωτικό Kiwi Blue σε απόσταση, mic προενισχυτή Millennia HV-3C και κάρτα ήχου την Orpheus Prism).
Ηχητικά samples (finger, slap, άταστο) που αντιπαραθέτουν τις καμπίνες θα ακολουθήσουν (κάποια στιγμή) στο τέλος του test.
Παράλληλα, ελλείψει διαθεσιμότητας του ανηχοικού θαλάμου της Crystal Audio (αγκαζαρισμένη μέχρι τον Μάιο, για project που θα βγάλουν στην αγορά) επιχείρησα κάποιες ενδεικτικές (προσέχτε την έμφαση πριν αρχίσετε οι γνώστες να ψειρίζετε τη μαϊμού) συχνοτικές μετρήσεις με το HolmImpulse και ένα καλιμπραρισμένο πυκνωτικό μικρόφωνο μετρήσεων της Behringer (ECM8000).
Όσον αφορά αυτές τις ενδεικτικές μετρήσεις, δεν πρόκειται να μπω σε επεξηγηματικές λεπτομέρειες.
Πριν χαθώ στην περιγραφή του ήχου, σε αυτό το σημείο θα ήθελα, να ευχαριστήσω τους τρείς μουσικούς του jam που προανέφερα, τους φίλους και συμφορουμίτες Τέρη, Γιάννη, Νέστορα αλλά και τους Κώστα, Νίκο, Δημήτρη, που παρευρέθησαν στις δοκιμές και με βοήθησαν πάρα πολύ στην αποκρυστάλλωση μιας γνώμης (αλλά και να περάσουμε καλά) όπως επίσης να ευχαριστήσω τον Νίκο και τον Πέτρο του Best-Of Studio, τη Νιόβη και τον Ηλία στο Odeon Studio όπως επίσης και τον Δημήτρη για την παραχώρηση του δικού του στούντιο, των οποίων η κατανόηση, βοήθεια αλλά και η φιλική συμπεριφορά τους στο εγχείρημα μου, ξεπέρασε κατά πολύ την επαγγελματική τους υποχρέωση.
Εδώ να πω δύο πράγματα κατά την ταπεινή μου άποψη εν είδει disclaimer.
Δυστυχώς, αυτό που μου έδειξαν όλες αυτές οι ηχογραφήσεις και μετρήσεις είναι ότι η ακουστική εκτίμηση μιας μπασοκαμπίνας είναι μία εμπειρία που θα πρέπει να γίνει δια ζώσης.
Πολύ περισσότερο από ότι μια κιθαροκαμπίνα
Όσο και όπως και να ηχογραφήσαμε, τα πράγματα ποτέ δεν ακούστηκαν για μένα ακριβώς όπως τα ζούσαμε. Και αυτό γιατί το μπάσο είναι ένα υπέροχο όργανο αλλά και δύσκολο συχνοτικά να ηχογραφηθεί όπως αποδίδει στον χώρο καθότι η ηχογράφηση δεν μπορεί να αποδώσει τον περιρρέοντα χώρο και το ambience πάνω στο οποίο βασίζεται ή/και προσαρμόζεται μια μπασοκαμπίνα. Μην ξεχνάτε ότι η ηχογράφηση γίνεται συνήθως στον κώνο όταν το μπάσο θέλει απόσταση για να «αποδώσει το μπουκέ του». Με το mic πώς να αποδώσεις, το roll-off του reflex, το floor coupling, το μπουμάρισμα,, «κουτίλα», διάχυση ….
Τέλος πάντων...
Τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την διάρκεια των test στα στούντιο ήταν αρκετά (να ναι καλά ο Γιάννης) αλλά από αυτά θυμάμαι ένα Malraux πεντάχορδο active με Bartolini soapbars, δύο 70s Fender Jazz Bass (και τα δύο maple ταστιέρα), ένα 70s Fender P-Bass με flats (rw fretboard) και ένα Yamaha Nathan East Signature, ένα Blade B4 και ένα Ibanez Gary Willis άταστο.
Και όταν λέμε 70s τα Fender, δεν μιλάμε για RI αλλά έμπειρα επιλεγμένα early originals.
Οι ενισχυτές που χρησιμοποιήθηκαν στα στούντιο ήταν την πρώτη φορά ένας Genz Benz Streamliner 600 και την δεύτερη ένας Markbass Little Mark C.
Δεν το λέω για να χρυσώσω κάποιο χάπι (και δεν έχω απολύτως καμία ανάγκη εξάλλου) αλλά είναι εντυπωσιακό ότι καμία καμπίνα δεν απογοήτευσε όλους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η EBS η οποία κακομοίρα ενώ σε κάποιο σημείο του τεστ σχολιαζόταν αρνητικά από ένα εκ των πηγαδακίων , να και ο Νίκος (κιθαρίστας / guitar tech) που (ξανα)μπαίνει μέσα στο δωμάτιο του test και όταν τον ρωτάνε «ποια σου άρεσε;» η απάντηση άμεσα και αβίαστα (και πάντα χαμηλόφωνα και μαζεμένα ως συνήθως) ήταν «η EBS». Το ίδιο έκανε και ένας εκ των τεχνικών του στούντιο (Νίκος και αυτός). «Δεν ξέρω τι λέτε αλλά εκείνη η μικρή, η πως τη λένε, τι είναι;» «η EBS η Σουηδική» «μπράβο, αυτή, τα χώνει ωραία για τον όγκο της».
Και ναι, δεν λέω καλός ο ήχος για τον όγκο της καμπίνας αλλά εκφράζοντας την πλειοψηφία, θεωρώ ότι ήταν καθαρός και σφιχτός, με έμφαση στα μεσαία αλλά με μία εμμονή στα μεσαία (και υψηλά, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε) που δίνει έντονο χαρακτήρα στην καμπίνα σε στυλ love-it or loathe-it. Δεν παραπονέθηκε και μάλλον της άρεσε όταν της ζητήθηκε να αναπαράγει slap ακόμα και σε εντάσεις που μάλλον ενοχλούσαν. Ίσως και η πένα σε ροκ καταστάσεις να είναι αυτό που αποζητάει. Δύο εκ των συμμετεχόντων διαπίστωσαν ότι ο ήχος της είναι εγγενώς αυτός που ψάχνουν οι ηχολήπτες για το μπάσο στα λαϊκά μαγαζιά αλλά δεν ξέρω επ’αυτού και μη με ρωτήσετε παραπάνω τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Θέλει λίγο έμφαση στα μπάσα για να δώσει τον όγκο, που θα επαναλάβω είναι πραγματικά καλός για αυτές τις διαστάσεις καμπίνας (οι μικρότερες θυμίζω), αλλά δεν έρχεται με flat eq και δεν θα δώσει ποτέ επιβλητικό όγκο (πως θα μπορούσε εξάλλου..). Από την άλλη δεν ξέρω αν θα την εμπιστευόμουνα σε μεγάλες μπασοεντάσεις. Ένα μικρό «κλάσιμο» βέβαια που είχα παρατηρήσει στο μεγάφωνο στις μικρές εντάσεις (και καθόμουνα με τον φακό να δω το μεγάφωνο πόντο-πόντο μήπως υπήρχε πρόβλημα στον κώνο) βελτιώθηκε όταν τυχαία (αλλάζοντας speakon στην Α/Β ακρόαση που είχαμε την πρώτη φορά) ανακάλυψα ότι τα δύο jack-input που δεν χρησιμοποιούσαμε πίσω στο input-plate λειτουργούσαν σαν μικρά bass-reflex βγάζοντας αέρα χαλώντας έτσι την αεροσταγανότητα της καμπίνα. Χρησιμοποιήθηκε πρόχειρα το περισσευούμενο ζευγάρι ωτοασπίδες (!!) που είχα και το ζήτημα βελτιώθηκε.
Η EBS παρουσιάζει την ίδια μικρή «έξαρση» στα μεσαία 300-500 hz που παρατήρησα στην Aguilar αλλά πιο ομαλά ειδικά όταν υπάρχει και το tweeter (με ένα μικρό peak στα 2,5Κ). Το ευαίσθητο γούφερ δείχνει ότι δεν ξεκινάει από πολύ χαμηλά το ταξίδι αλλά το συνεχίζει μακρύτερα από τα άλλα (γύρω στα 4K) πριν μπει το tweeter και το συνεχίσει απροβλημάτιστα σε συχνότητες όπου κανένας μπασίστας με τρίχες στο στήθος δεν πρέπει να ασχολείται (18Κ)
Δεν θα έπρεπε να το πω βέβαια γιατί είναι άδικο και άσχετο αλλά δεν άντεξα στον πειρασμό να συνδυάσω την EBS με ένα Peavey 15ιντσο που έχω σπίτι……….;D ;D ;D…..Πάμε όμως παρακάτω…..
Εντύπωση μας έκανε που δεν αρνήθηκε να διαχειριστεί το πεντάχορδο και την B του. Με τον δικό του τρόπο «δεν θα σας δώσω όγκο αλλά να η νότα που θέλετε» αλλά το έκανε.
Αντίθετα η Tecamp, τουλάχιστον στην ομαδική δοκιμή γιατί η εγγραφή του studio μάλλον μας διαψεύδει, δεν είχε την διάθεση να διαχειριστεί ευγενικά το active πεντάχορδο και ο ήχος της μαζί του ήταν all-over-the-place και τελικά πουθενά συγκεκριμένα. Προσπαθήσαμε με eq να το φέρουμε στα ίσα αλλά δεν το ήθελε. Φώναζε ότι θα την κάνει την δουλειά αφού πρέπει αλλά να το ξέραμε δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένη. Ένιωσε πάρα πολύ καλύτερα όταν κούμπωσε επάνω της το Jazz και μας έδωσε έναν παλιομοδίτικο ωραίο μπασαδούρικο (φλερτάροντας με το θολό) και λίγο στρογγυλό ήχο. Δεν θα πω ψέματα, το μπασαδούρικο που είπα δεν σημαίνει και ευκρινή χαμηλά.
Η Tecamp είναι η καμπίνα που άρεσε περισσότερο από όλες στον Δημήτρη (μπασίστας που έτυχε να βρεθεί στην ομαδική δοκιμή) από την αρχή που την άκουσε και επέμεινε μέχρι τέλους. Τα επιχειρήματά του ήταν αδιάψευστα. Όντως είναι όμορφη και γλυκιά σαν κιθαροκαμπίνα και κουβαλιέται πανεύκολα. Πραγματικά είναι αρκετά ικανοποιητική (με τον χαρακτήρα που είπαμε) στα μπάσα που παράγει το μοναδικό στη δοκιμή μας κεραμικό μεγάφωνο, δεν τσιρίζει, δεν ξυρίζει αλλά τα προτερήματα που δίνει το 4” (το πιο midrange και γλυκό από τα tweeter του test) είναι και το μειονέκτημά του. Μπορεί να βοηθήσει το woofer από νωρίς με το crossover αλλά δεν μπορεί να ανέβει και ψηλά. Για αυτούς της παλιάς σχολής που δεν ψάχνουν για overtones και μοντέρνες ηχητικές αναζητήσεις αλλά απλά και σίγουρα fundamentals, είναι μια χαρά καμπίνα. Όπως είπα και στις περιγραφές, η καμπίνα έχει τριθέσιο διακόπτη για το tweeter. Προσωπικά (αν και περίεργο για μένα) βρήκα την θέση off άχρηστη και μάλλον δεν θα με χάλαγε (αντίθετα με όλες τις άλλες καμπίνες) να έμενε μόνιμα ο διακόπτης στο full. Στο δεύτερο session στην ηχογράφηση ήταν η μοναδική καμπίνα που έμεινε με το tweeter μόνιμα στο full.
Στις μετρήσεις, η Tecamp “βουτάει” λίγο μεταξύ 600-1Κ και εγκαταλείπει γύρω στα 2Κ και με το tweeter full δείξαν ότι όντως το 4άρι έρχεται να βοηθήσει το woofer (με μικρή πτώση στα db) μέχρι τα 11Khz. Δυστυχώς τίποτα δεν συμβαίνει πάνω από κει.
Επειδή το port είναι στην πίσω πλευρά όπως είπαμε, το κολπάκι με το αλουμινένιο ποδαράκι (δείτε την περιγραφή στην αρχή) και την υπό κλίση ακρόαση αποδεικνύεται σωτήριο γιατί το floor coupling σε αυτή τη περίπτωση γίνεται (?) με το reflex και όχι με το μεγάφωνο και δεδομένου ότι η καμπίνα στα ψηλά είναι γλυκόηχη, κάπου αρχίζω να πιστεύω ότι ο σχεδιασμός του είναι για να δουλεύει μόνιμα υπό κλίση.
Συνεχίζω όμως να έχω μία υποψία ότι η Tecamp δεν έβαλε αρκετή σκέψη στον υπολογισμό του bass port (και της εσωτερικής επένδυσης) και πιθανόν να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα αν το ξαναυπολογίσει. Γιατί η καμπίνα έχει δυνατότητες.
Αν όμως κάποιος θέλει old school look με φινέτσα και ήχο προς τα εκεί, τότε είναι σίγουρο ότι η Aguilar είναι για αυτόν. Ναι, θα δώσει 250 κατοστάρικα παραπάνω από την Tecamp (σύγκριση στον Thomann) αλλά η κατηγορία αλλάζει (και θα πρεπε καθότι αλλάζουν και οι απαιτήσεις). Υπάρχει αυτό το smooth, round αίσθημα του ήχου στα χαμηλά που σε γεμίζει και σε κάνει να γουστάρεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει definition (που υπάρχει) αλλά (έχω την εντύπωση) δεν είναι η υψηλή ευκρίνεια αυτό που στοχεύει. Δεν την ακούσαμε στο στούντιο με τους άλλους μουσικούς με flats (όπως και καμία άλλη καμπίνα) αλλά την δοκίμασα εγώ και μπορώ να βεβαιώσω ότι της αρέσουν πολύ και θα το δείτε και στην στουντιακή εγγραφή με P-bass και flats (ειδικά τα τελευταία 2 λεπτά είναι όλα τα λεφτά λουλούδια). Το χαμηλό της χωρίς να είναι πλαδαροασαφές (γουατ; ) δεν είναι και το πιο σφιχτό του κόσμου. Ίσως αν είχε τα χαμηλομεσαία της αδελφούλας της (DB112) να ήταν πιο «τσαμπουκαλού» αλλά μου έδινε την αίσθηση να μιλάει (ίσως και να μιλάει περισσότερο από όσο πρέπει) καλύτερα στα υψηλομεσαία.
Αυτό το λίγο "βαμβακερό" μπάσο που δεν εξυπηρετεί τα γρήγορα παιξίματα και τα απότομα φρεναρίσματα αλλά είναι «λαστιχένιο» και δίνει μια στρογγυλότητα είδικά όταν παίζεις με δάχτυλα. Ξέρω ότι θα ακούσω σχόλια αλλά θα έλεγα ότι ο ήχος της Aguilar είναι ευγενικά λαμπάτος (με μια επιφύλαξη στη ραδιοφωνίλα/κουτίλα που αναφέρω παρακάτω). Ίσως μου έδινε την εντύπωση και αυτή η καλή συνέργεια που είχε με τον Genz Benz (καλύτερη από ότι με τον MarkBass). Τα βρήκαν άραγε μεταξύ τους οι λάμπες;
Αποδέχτηκε επαγγελματικά το Malraux και το άφησε να πει τα δικά του αλλά δεν ήταν ενθουσιασμένη και έδωσε (η άθλια) την δική της μετάφραση. Με το JB όμως φάνηκε να γνωρίζεται από καιρό. Θα πω όμως ως προσωπική άποψη ότι το μπάσο της μάλλον είναι το Precision (χωρίς πολλά κομμένα πρίμα).
Όχι όμως επιθετικά και με πένα γιατί σε στραβοκοιτάει και ανταποκρίνεται ενίοτε αγενώς (κοινώς «κλάνει»).
Προσωπικά, χωρίς να την θεωρώ την καλύτερη overall καμπίνα, ειδικά στο είδος που παίζει το γκρουπ μας (blues rock ας πούμε) με τον τρόπο που παίζω εγώ (κλαψ λυγμ) και τον ντράμερ μας (δυνατή μπότα ο Νίκος) την ένοιωσα ότι μάλλον κούμπωνε πολύ όμορφα στα mid tempo/slow blues με την μπότα χωρίς να πολυπροσπαθήσω στο eq. Επίσης, στο Pastorius-πουρουπουρου-γεφυρομαγνήτη παίξιμο του Τέρη, έδινε ένα ευγενικό αποτέλεσμα κάνοντας υποφερτό το παίξιμο του Τέρη ;D. Δεν παρατήρησαμε όμως και τον καλύτερο δυνατόν ήχο με το slap που βγάζει η καμπίνα.
Οι μετρήσεις έδειξαν έναν σχετικά flat συχνοτικό χαρακτήρα με μία αισθητή άνοδο κάπου γύρω στα 400 με 600Hz (οι οποίες ίσως και να συμβάλλουν σε αυτό που παρατηρήσαμε παρακάτω) και μετά ένα drop (όχι δραματικό αλλά αντιληπτό) πριν επανέλθει «στα ίσα του». Ίσως και αυτό να ήταν που την ταίριαξε με τον Genz Benz ο οποίος είναι εκ φύσεως mid-scooped. Το tweeter «παίρνει μπρος» κάπου εκεί γύρω στα 3kHz και αφού κάνει μια μικρή «βουτιά» 5,5-7Κ εγκαταλείπει τον αγώνα γύρω στα 11Κ
Προσωπικά θα το άφηνα ανοιχτό κατ’ ελάχιστον στο 25% (και πάνω σύμφωνα με τα γούστα) καθότι (πιθανόν λόγω της ωμικής του συμβολής) δίνει μια πιο smooth απόκριση overall από την μουντάδα του κλειστού.
Αυτό η συχνοτική άνοδος ίσως είναι υπεύθυνη για αυτό που πολλά από τα μέλη του «πάνελ» απεφάνθησαν ως μια «κουτίλα» που βγάζει ενίοτε η καμπίνα. Δεν θα έλεγα ότι έχουν άδικο. Θα έλεγε κανείς ότι ακούγεται σαν «γυμνή» από αποσβεστικό υλικό χωρίς αυτό το punchyness λες και ο ήχος δεν «φρενάρει» αλλά σα να περιφέρεται λίγο στο κουτί πριν σβήσει. Αν δεν έβλεπα όλο αυτό το υλικό μέσα στη καμπίνα θα έλεγα ότι ίσως κάποιος πειραματισμός με απόσβεση να έδινε καλύτερα αποτελέσματα. Προσωπικά μάλλον θα το έκανα (αν έβρισκα πως ανοίγει) γιατί δεν θα είχα τίποτα να χάσω.
Πάντως προσωπικά προτιμώ την τοποθέτηση της καμπίνας κοντά (κανα μέτρο και ίσως λιγότερο απόσταση) σε τοίχο. Δίνει ένα βάθος (όχι τόσο διακριτό αλλά παχύ) που διώχνει λίγο από τα αυτιά την μεσαιίλα.
Θα το πω όμως ευθαρσώς και συγγνώμη αν πληγώσω λιγάκι τον Λευτέρη που ναι και καλός μου φίλος. Απογοητεύτηκα από την Aguilar, ΟΧΙ γιατί είναι κακή καμπίνα (επ’ ουδενί και οι πωλήσεις είναι εδώ για να το αποδείξουν) αλλά γιατί περίμενα πολύ περισσότερα.
Να και το βίντεο με την Aguilar και πάω έξω στη λιακάδα για καφέ και τσιγάρο.
Αν με την Aguilar υπάρξει πρόθεση να παίξει κανείς με το αποσβεστικό υλικό, στην Barefaced, όπως ίσως είδατε και στις φωτό της παρουσίασης, είναι κάτι που δεν λείπει καθόλου (μάλλον το αντίθετο). Όπως και ο όγκος (αλλά όχι βάρος) σε διαστάσεις και ήχο. H καμπίνα με ΤΟ χαμηλό. Χαμηλό όμως το οποίο ταυτοχρόνως ήταν απόλυτα καθαρό/διακριτό. Βέβαια κάποιες στιγμές ένοιωσα ότι στην καμπίνα της «παρα-άρεσε» να τονίζει το χαμηλό της (if you got, flaunt it). Κάπου στα μεσαία βέβαια, ίσως δεν ήταν στο ίδιο επίπεδο (νοιώσαμε –αναπόδεικτα σε μέτρηση- μια πολύ ελαφριά κάμψη στα χαμηλομεσαία) αλλά μπορεί να ήταν και ο ενθουσιασμός μας για το χαμηλό αλλά μπορεί να είναι και θέμα “κουρδίσματος” του port. To μεγάφωνο δεν κατάλαβε απολύτως τίποτα ούτε από εντάσεις ούτε από από full bass eq, ούτε από σλαπ, ούτε από hot σήματα της B του πεντάχορδου ούτε από τίποτα. Θα μπορούσε κάλλιστα αντί για Big Baby II να λέγεται και Audrey III (To αχόρταγο ανθρωποφάγο φυτό “feed me now Seymour” για όσους έχουν δει το Little Shop of Horrors).
Ήταν η καμπίνα που έκανε την (συγκαταβατική στα αγοράκια που παίζουν) Νιόβη (ηχολήπτρια στο δεύτερο session) να ανασηκώσει το κεφάλι στο control room και με δύο νεύματα (δείκτης προς την μεριά της Barefaced και μετά σηκωμένος αντίχειρας) να δώσει το seal of approval.
Η καμπίνα βέβαια, με πολύ προσεκτική και κοντινή ακρόαση (ενώ έτριζαν τύμπανα και δόντια ) παρουσιάζει κάποια ελαφρά τριξίματα. Δεν τα εντόπισα (πολλές φορές προέρχονται και από τις βίδες στα χερούλια). Ξαναλέω και δεν θα το ξαναπώ ότι η συγκεκριμένη που είχαμε στη διάθεσή μας ήταν η πρώτη pre-production καμπίνα, η οποία είχε περάσει και από καμπόσα χέρια (και συνέχιζε να δείχνει μια χαρά). Στο μόνο ζήτημα που ήμασταν ελαφρώς άτυχοι είναι ότι το crossover, ως πρώτο-πρώτο που ήταν, παρουσίασε ένα ζήτημα επαφής με τα speakon. To ζήτημα έχει εντοπιστεί και λυθεί. Δεν μας πείραξε διόλου αφού τα jack δούλευαν μια χαρά (αν και η έλλειψη οιουδήποτε lettering δεν μας βοηθούσε, ειδικά στο που στην ευχή είναι το full και το off του tweeter) και για αυτό αρνήθηκα την προσφορά του Alex να μας στείλει (δωρεάν εννοείται) όλη την πίσω πλακέτα μαζί με το crossover για on-the-spot αλλαγή. Το tweeter ίσα που το καταλάβαινες όταν έμπαινε από κλειστό σε τελείως ανοιχτό και αυτό είναι επιλογή του κατασκευαστή και πιθανόνορθώς αφού το μεγάφωνο δείχνει σαν να καλύπτει πολύ μεγάλο συχνοτικό φάσμα.
Καμία κουτίλα, κανένα μπουμάρισμα και ήχος καθαρός (αλλά όχι υπερ-αναλυτικός) που φρενάρει καλύτερα από τον Valentino Rossi (για να μην πω Kevin Schwantz και δείξω ηλικία) στα νιάτα του. Μιας και μιλάμε για φρεναρίσματα, στις μεγάλες εντάσεις, αν ήταν κανείς πολύ προσεκτικός, ίσως να παρατηρούσε ενίοτε μια συμπεριφορά σα να υπήρχε κάποιο limiter (??) στο ηχείο. Δεν ξέρω αν ήταν θέμα crossover ή μεγαφώνου αλλά κανά δυο από τους παίχτες κάπου νοιώσαν το ηχείο όχι να εξαφανίζει αλλά σαν να έκοβε ελάχιστα την ένταση της νότας σε εντάσεις στα χαμηλά.
Παρόλα αυτά, στις μετρήσεις, το woofer, έδειξε μία πολύ καλή, monitor-like απόκριση, με ένα μικρό peak στα 2Κ και να εγκαταλείπει τη μάχη λίγο πριν τα 3Κ. Δυστυχώς η μικρή συμβολή του tweeter δεν κάνει και πολλά αλλά διατηρεί τα πράγματα σε κάποιον έλεγχο, ομαλά (και χαμηλότερα σε ένταση) μέχρι τα 10Κ και με έντονα σκαμπανεβάσματα μέχρι τα 20Κ.
Προσωπικά την θεώρησα καταπληκτική καμπίνα και για κάποιο δικό μου (μάλλον απροσδιόριστο) λόγο, με τον τσαμπουκά (αλλά όχι βρωμοβαρβατίλα) την ένοιωσα σα να έχει μια προτίμηση στη ροκ (ότι μπορεί να σημαίνει αυτό και μη με ρωτάτε παραπάνω).
Θέλει ελάχιστη δουλειά στο eq για να την ελέγξεις και να κουμπώσει μέσα στο γκρουπ αλλά όταν το κάνει, το μπάσο είναι βασιλιάς.
Θα αναφέρω ενδεικτικά ότι, στους λίγους ντράμερ που παρευρέθησαν στα τεστ, η Βarefaced ήταν η αγαπημένη τους καμπίνα παμψηφεί.
Όταν ρωτήθηκε η άποψή τους για την καμπίνα που τους αρέσει, η ενδελεχέστατη περιγραφικά και εμβριθής ανάλυση που έδωσαν όλοι τους (ότι μπορεί ο καθένας ;D) ήταν
...από μένα ένα μεγάλο ΕΎΓΕ για όλο το εγχείρημα και την παρουσίαση και τα όσα χρειάστηκαν να γίνουν για να φτάσετε σε αυτό το υπέροχο αποτέλεσμα. Αυτό εύχομαι να γίνει και σε άλλους τομείς των μουσικών οργάνων, ειδικά για τα πλήκτρα. Τι να πω, χόρτασα να διαβάζω ένα άριστο άρθρο.Έλειπε από το φόρουμ μας.
Συγχαρητήρια. Και πολλές γνώριμες φάτσες αγαπητές!
Πάμε λοιπόν και στην τελευταία καμπίνα, την μικρή Ολλανδέζα Vanderkley που πάλεψε σκληρά με την Αγγλίδα (Barefaced) για την πρώτη θέση στο σύνολο των προτιμήσεων.
Θα ξεκινήσω ακατάλληλα να μιλήσω για αυτήν λέγοντας ότι η Vanderkley ήταν η προτίμηση των επαγγελματιών μπασιστών που βρέθηκαν στα test μας. «Αυτό που τις δίνεις, αυτό παίρνεις» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ένας από αυτούς. Βέβαια αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό για αυτούς από εμάς που θα θέλαμε και λίγη κολακεία στον ήχο μας.
Πάντως οι ηχολήπτες απεφάνθησαν ότι «γράφει καλά και ολοκληρωμένα».
Μπορεί να μην δίνει την εντύπωση ότι έχει το χαμηλό της Barefaced αλλά το χαμηλό είναι σίγουρα εκεί, «ζμπρώχνει αέρα» άφοβα και αγόγγυστα, δείχνει τις λεπτομέρειες του ήχου σου και σου αφήνει την εντύπωση της πιο ισορροπημένης συχνοτικά καμπίνας του τεστ. Μην το μπερδέψετε αυτό που είπα με τον κρύο, αναλυτικό και χωρίς επίπεδο ουσίας ήχο που έχουν μερικές καμπίνες με σύγχρονα υλικά κώνου (ονόματα δεν λέμε, εταιρείες δεν θίγουμε). Σκεφτείτε την Ιταλική φινέτσα και ενθουσιασμό με μια Κεντροευρωπαική συνέπεια και οργάνωση (φτου σου σαν Τρόικα ακούγεται αυτό και καμία σχέση δεν έχει με τους άκαμπτους γραφειοκράτες η καμπίνα). Θέλω να πω ότι η ψυχή και το πάθος είναι εκεί αλλά δεν αποκαλύπτονται ανεξέλεγκτα αλλά μόνο κατόπιν απαίτησης και ικανοτήτων του μπασίστα
Μερικοί διαπίστωσαν ένα μικρό κομπρεσάρισμα (ευπρόσδεκτο στο μπάσο) αλλά προσωπικά πιστεύω ότι για αυτή την αίσθηση ευθύνεται μάλλον η μικρή ακουστική μνήμη και η σύγκριση της ακουστικής μνήμης σε σχέση με τις άλλες καμπίνες αλλά και βέβαια ο σφιχτός (όχι στεγνός) χαρακτήρας της καμπίνας
Οι εντάσεις δεν την φοβίζουν και η καμπίνα καθεαυτή προφανώς αντέχει παραπάνω από όσο αντέχει το μεγάφωνο (see specs). Πράγμα που δείχνει μια καλή κατασκευή, ακόμα και όταν δεν υπάρχει κανένα εσωτερικό δέσιμο.
Σε flat ρυθμίσεις δεν δείχνει κάποιον ιδαίτερο χαρακτήρα πέραν αυτού του “in control” αλλά «ακούει» το eq αμέσως και προσαρμόζεται ανάλογα, ξεγυμνώνοντας ή αναδεικνύοντας (ανάλογα την περίσταση) μπάσο και είδος παιξίματος.
Παρουσιάζει ένα μικρό dip γύρω στο 1Κ χωρίς το tweeter το οποίο dip εξομαλύνεται με την ενεργοποίηση του tweeter και έχουμε μία φλατ απόκριση χωρίς εξάρσεις. Το woofer αρχίζει και πέφτει στα 3Κ (με ένα peak μικρής ανάκαμψης στα 4,5Κ !) που μπαίνει το tweeter που συνεχίζει το έργο μέχρι τα 15Κ. Το μικρό dip μεταξύ 2,5Κ-3Κ δεν το αντιλήφτηκα αλλά οι μετρήσεις το δείχνουν συνέχεια εκεί.
Εκεί που έχω ίσως κάποιες ηχητικές αντιρρήσεις είναι το tweeter το οποίο μετά την μέση μάλλον δίνει λίγο σκληρά πρίμα (για τα γούστα μου) και αν χρειαζόμουν τόσο ψηλές συχνότητες (που δεν …) ίιιιισως επέλεγα λίιιιιγο πιο γλυκό tweeter (αν και λογικά θα έπρεπε να πειράξω και το crossover). Για τις ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας όμως, αυτό δεν το θεωρώ πρόβλημα.
Η Vanderkley είναι πραγματικά ένα επαγγελματικό εργαλείο που κατασκευαστικά και ηχητικά δίνει την εντύπωση (και την περίπτωσή μας αποδεικνύει) ότι μπορεί να κρατήσει μακροχρόνια συντροφιά καλύπτοντας της ανάγκες του ερασιτέχνη και επαγγελματία.
Μπορεί να ακούγεται υπερβολή αλλά στα δικά μου χαρτιά, με την λίρα να αδικεί την Barefaced, η Vanderkley αποτελεί πολύ καλή ευκαιρία.
Και αφού παραθέσω και το τελευταίο βιντεάκι της παρέας θα ήταν χαρά μου να απαντήσω στις όποιες πιθανές απορίες ή ενστάσεις ή παρατηρήσεις που πιθανόν έχετε.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας βοηθήσει να εξατομικεύσετε το περιεχόμενο, να προσαρμόσετε την εμπειρία σας και να σας κρατήσει συνδεδεμένους εάν εγγραφείτε.
Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, συναινείτε στη χρήση των cookies από εμάς.