Απολαυστική συνέντευξή του στο Αθηνόραμα, 13 Οκτ 1988,
αυτή τη φορά ως εξωγήινος
Συνέντευξη - Φωτογραφία: Στέφανος Σαμακάς
Προσπαθούσα να είμαι συγκροτημένος και αισιόδοξος μέσα στο ασανσέρ. Το ρετιρέ του τρίτου ορόφου στο Παλιό Ψυχικό περιείχε έναν άνθρωπο - σύμβολο, που ξεχώριζε σαν τη μύγα μέσ’ στο γάλα της νεοελληνικής πραγματικότητας.
Ο αρχικός ενθουσιασμός μου για τη συνέντευξη δεν είχε κρατήσει πολύ. Ο Τζιμάκος μασούσε ταραμά, έφτυνε και το κουκούτσι. Έπαιζε το δικό του παιχνίδι – με όλα. Τι εξασφάλιση να σου προσφέρουν τρεις σελίδες γεμάτες ερωτήσεις, όταν είναι για τον Πανούση; Το ασανσέρ σταματάει. Μαμά!
Με οδηγεί στο καθιστικό του μικρού στούντιο. Μεγάλοι, παφλαστοί καναπέδες. Πλαφ! Πλαφ! Καθόμαστε και κοιταζόμαστε. Τελικά είχα δίκιο. Το μόνο που μπορείς να περιμένεις από αυτόν τον άνθρωπο, είναι το απρόσμενο.
«Θα κάνω αποκαλύψεις! Κι αυτό γιατί συμπαθώ ιδιαίτερα το περιοδικό σας, που είναι μικρού μεγέθους…»
Μικρό στο μάτι!
Τ.Π.: Μικρό στο μάτι, μεγάλο στο ανάγνωσμα. Θυμάσαι εκείνη την ιστορία με το βοσκόπουλο;
Τον Τόλη;
Τ.Π.: Όχι, όχι. Το μικρό βοσκό, που κορόιδευε συνέχεια τους χωριανούς του για το λύκο που έρχεται και όταν ήρθε τελικά ο λύκος και φώναζε για βοήθεια, δεν τον πίστευε κανένας. Έτσι την έχω πάθει κι εγώ, όταν λέω αλήθειες δε με πιστεύει κανείς.
(Ωχ, ωχ). Λοιπόν;
Τ.Π.: Θέλω να εξομολογηθώ με μεγάλη ειλικρίνεια ότι δεν είμαι γήινος. Έρχομαι από τον Άλφα - 423 / Γάμα-Και-Κάνε-Τσιγάρο, όπως κοιτάμε τη μεγάλη Αρκούδα, το τρίτο αστέρι κάτω δεξιά. Εδώ ήρθα το ’71 και το ’72 μπήκα στο σώμα του Πανούση. Το Μάη του ’72, θυμάμαι, ο Τζιμάκος, που ήτανε φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, είχε πάει στο Σέιχ-Σου να διαβάσει μακροοικονομικά και αποκοιμήθηκε. Εκεί τον πέτυχα με το στόμα ανοιχτό και μπούκαρα μέσα μαζί με δυο αλογόμυγες.
Δηλαδή… είσαι… ένας εξωγήινος;
Τ.Π.: Είμαι δύο! Και εξωγήινος και Έλληνας. Και Τζιμάκος και πράκτορας του Α-423/Γ εδώ στη γη.
Υπάρχει, λοιπόν, κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ανάμιξης στα γήινα;
Τ.Π.: Κοίτα, εγώ ένας απλός υπάλληλος είμαι. Απ’ ό,τι ξέρω όμως, υπάρχει κάποιο σχέδιο επέμβασης γύρω στο 2000. Τότε, εγώ θα έχω φύγει – σε δυο χρόνια ανεβαίνω πάλι επάνω. Προς το παρόν, περιοριζόμαστε κυρίως σε παρατηρήσεις.
Και από δράση, όμως, πρέπει να πηγαίνετε καλά. Βλέπω ότι έχεις αδυνατίσει.
Τ.Π.: Ναι, η αλήθεια είναι ότι κουράζομαι πολύ. Γι’ αυτό φρόντισα στη «17 Νοέμβρη» να αναλάβει υπεύθυνος κάποιος άλλος δικός μας. Τώρα με τον Μπάρκουλη έχω ησυχάσει αρκετά και ασχολούμαι περισσότερο με τα άλλοθί μου, τις παραστάσεις, την εκπομπή μου κ.λπ.
Δηλαδή, ο Μπάρκουλης είναι ο αρχηγός της «17 Νοέμβρη»;
Τ.Π.: Δεν είπα αρχηγός, είπα υπεύθυνος.
Σηκώνεται. Μήπως θύμωσε; Μήπως είπα κάτι;… Μήπως πάει να φέρει λεμονάδες;
Περιεργάζομαι το μικρό, τακτοποιημένο στούντιο. Ο τοίχος απέναντί μου καλύπτεται από βιβλία, δίσκους και ηλεκτρικά gadgets, που γεμίζουν ασφυκτικά τα ράφια. T.V., βίντεο, στερεοφωνικά κομμάτια. Στη δεξιά άκρη του στούντιο, πίσω από το γυάλινο τραπέζι, βρίσκεται ένας προσωπικός υπολογιστής με το μόνιτόρ του. Τίποτα ασυνήθιστο. Στις γωνίες, κάποια μουσικά όργανα και κάποια διακοσμητικά. Κάτω αριστερά μου, ανάμεσα στα μπιμπελό, ξεχωρίζει ένας ασημένιος κύλινδρος. Διάολε! Είναι κολλημένος στο πάτωμα! Τινάζομαι ένοχα. Αυτός έχει γυρίσει από την κουζίνα και κοντοστέκεται. Σηκώνει με επιδεικτική άνεση τον κύλινδρο από κάτω. Κάτι παθαίνω. Τρομοκρατούμαι.
Ειδικά εδώ στην Ελλάδα, τι δουλειά έχετε; Πού οδηγείτε τον ελληνικό λαό;
Τ.Π.: (Παίζει με τον κύλινδρο). Τον ελληνικό λαό τον έχουμε γραμμένο στα παλιά μας τα διαστημόπλοια. Δεν τον υπολογίζουμε. Σεβόμαστε βέβαια την ιστορία του και το ότι έχει προσφέρει πολλά στον πλανήτη, αλλά τώρα βρίσκεται σε παρακμή και δε μας ενδιαφέρει τόσο πολύ. Απ’ ό,τι ξέρω, σαν απλός λοχίας που είμαι, πολλοί πατριώτες που έχουν κατέβει, δουλεύουν σε πιο ενδιαφέροντα μέρη. Αμερική, Μοζαμβίκη και Αίγυπτο δουλεύουν πολλοί…
Δεν απάντησες στην ερώτηση. Τι μπορείς να προσφέρεις εσύ, από τη θέση σου; Θα δεχόσουν π.χ. να βάλεις υποψηφιότητα στις εθνικές μας εκλογές;
Τ.Π.: (Κοιτάζει σκεφτικός τον κύλινδρο). Αν μου ερχόταν εντολή… ναι. Αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι δε με ενθουσιάζει η ιδέα. Θα μπορούσα πάντως να εξασφαλίσω μια επιτυχία, το έχω αυτό το ταλέντο. Είμαι πολιτικοποιημένος και έχω σχέση και με το show - business. Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε νέους καλλιτέχνες, καινούριο αίμα. Αν χάσουμε μάλιστα και τον Αντρέα, που είχε ένα χάρισμα – ιδίως στα φινάλε, όταν έβγαινε στα μπαλκόνια – τότε η ανάγκη για καινούριο αίμα γίνεται επιτακτικότερη. Γι’ αυτό φροντίζει και το κράτος με τα πενιχρά μέσα που διαθέτει, να κατεβαίνουν τα κέντρα αιμοληψίας να το μαζέψουν, να το βάλουν στο νέο πρόσωπο που θα οδηγήσει…
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, κάποιον επειγόντως;
Τ.Π.: Χρειαζόμαστε οπωσδήποτε έναν καινούριο καβαλάρη να μας οδηγήσει. Έχουμε να πάρουμε την Πόλη, τη Β. Ήπειρο, την Κύπρο κ.λπ. Δεν κάνουμε τίποτα χωρίς την Κωνσταντινούπολη. Μπορούμε, όμως, να περιοριστούμε στα σύνορα που υπήρχαν επί Μεγάλου Αλεξάνδρου, είναι ικανοποιητικά.
Έτσι που χαϊδεύεις τα γένια σου, μου θυμίζεις τον Αλή - πασά. Μιλάς, λοιπόν, σαν Έλληνας ή σαν Άλφα 423 / γαμακαικανετσιγαριανός;
Τ.Π.: Μιλάω από θέση ισχύος της διπλής πλανητικής μου υπηκοότητας.
Υπάρχει κάποιος Έλληνας ή Ελληνίδα πολιτικός, που εκτιμάς ιδιαίτερα;
Τ.Π.: Εκτιμάω πάρα πολύ τη Ρούλα την Κακλαμανάκη. Νομίζω ότι αυτό που έκανε με τον ανιψιό της και την ιστιοσανίδα ήταν συνταρακτικό, καταπληκτικό. Δεν το περιμέναμε. Ήταν μια σουρεαλιστική πράξη, που έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Κάτι τέτοιες ενέργειες κάνουν την Ελλάδα να ξεχωρίζει στον πλανήτη. Το πολιτικό κατεστημένο έφαγε μια σφαλιάρα με αυτή την πράξη της Ρούλας.
Επίσης, επειδή είμαι φεμινιστής, θαυμάζω πολύ και την αεροσυνοδό τη Δήμητρα, παλιά γνωστή από κάτι πάρτι στο Παρίσι που σπούδαζα. Νομίζω ότι αυτή θα αναλάβει να οδηγήσει, μετά το happy - dead που περιμένουμε στους επόμενους μήνες.
Ήρθε ο καιρός, λοιπόν, για μια γυναίκα πρωθυπουργό στην Ελλάδα;
Τ.Π.: Ναι, νομίζω μια γυναίκα τώρα είναι απαραίτητη. Έτσι, τα δυο άκρα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με τη Θάτσερ αριστερό χαφ προωθημένο και εμάς εδώ στη Μικρή Ευρώπη να χτυπάμε με τη Δήμητρα, θα γνωρίσουν ένδοξες μέρες.
Έχω μια απορία για τα «άλλοθί» σου, όπως αποκάλεσες προηγουμένως τις φανερές σου δραστηριότητες. Έχεις πλούσιο λόγο και είσαι αναμφίβολα χειριστής της γλώσσας. Όμως στους δίσκους, τις παραστάσεις και στην εκπομπή σου από το ραδιόφωνο, δε διστάζεις να χρησιμοποιείς τις καθημερινές ελληνικές βρισιές. Γιατί;
Τ.Π.: Ακολουθώ την πατροπαράδοτη τεχνική. Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο Έλληνας καλλιτέχνης ήταν αθυρόστομος. Είχαμε βέβαια ένα πισωγύρισμα επί Βυζαντίου, αλλά τώρα ξεφεύγουμε πάλι. Οι λέξεις υπάρχουν. Το θέμα είναι πώς τις χρησιμοποιείς. Σημασία έχει ότι το τι λες, αλλά πώς το λες. Δηλαδή το ύφος, η μορφή και η μομφή.
Νομίζεις ότι το ύφος και το στιλ, που πρωτοεμφανίστηκε με σένα στην Ελλάδα, βρήκε μιμητές ή συνεχιστές;
Τ.Π.: Εγώ «έσκασα» παράλληλα με το ΠΑΣΟΚ. Είδανε οι υπεύθυνοι του συστήματος ότι ετοιμάζεται αλλαγή στα πολιτικά και με στείλανε για μια αλλαγή στο τραγούδι: «Κοίτα να ανακατέψεις τους πατροπαράδοτους ρυθμούς, γαρνιρισμένους με αθυροστομία στο ηλεκτρικό μίξερ της Δύσης», μου είπανε. Ασφαλώς και ακολούθησαν διάφοροι ελληνοροκίζοντες μίμοι. Αλλά με τα εξωτερικά στοιχεία του εξωγήινου ταλέντου μου. Τα εύκολα, τα εμπορεύσιμα. Εμείς οι διαπλανητικοί καλλιτέχνες, φίλτατε, δε γαργαλάμε θεραπεύουμε.
Έχεις αναμφισβήτητα ταλέντο στο να εντάσσεις πατροπαράδοτες γήινες συνταγές στα σχέδιά σου. Εδώ και τέσσερις μήνες διατηρείς ένα ξύλινο άλογο μέσα στα τείχη της ελεύθερης Ραδιοφωνίας. Τι κάνει ο «Δούρειος Ήχος;»
Τ.Π.: Καλά, ευχαριστώ. Κοίτα να δεις, εγώ προετοιμάζομαι για την τηλεόραση. Την ιδιωτική, φυσικά. Αυτό είναι που μ’ ενδιαφέρει, γιατί είναι το μέσον που μπορείς να επηρεάσεις πραγματικά τους αγρότες, τους εργάτες και τους φοιτητές. Ετοιμάζω ένα 24ωρο τηλεοπτικό οικογενειακό παιχνίδι. Κάθε φορά θα υπάρχουν δυο οικογένειες σε πλήρη σύνθεση (παππούς, γιαγιά, παιδιά, σκυλιά, Φιλιππινέζα), που θα διαγωνίζονται. Θα γίνεται π.χ. ένα ακροβατικό από το σκύλο της οικογένειας Παπαδοπούλου. Θα πρέπει να κάνει δυο ακροβατικά η γιαγιά της οικογένειας Παπανδρέου για να κερδίσει κ.ο.κ.
Τώρα βρίσκομαι στο ραδιοφωνικό προθάλαμο, που βέβαια υπερτερεί σε εικόνες. Ο «Δούρειος Ήχος» απευθύνεται σε ένα και μόνο ακροατή και επειδή ξέρω ότι η γυναίκα μου τουλάχιστον θα με ακούει πάντα, η εκπομπή θα τα εκατοστήσει.
Πώς αντιλαμβάνεσαι το μάρκετινγκ που γίνεται στις show - business και ιδίως στην Ελλάδα;
Τ.Π.: Όταν απευθύνεσαι στην απρόβλεπτη Ελληνίδα νοικοκυρά, με την ξεχειλωμένη καπιτονέ ρόμπα και τα πολύχρωμα μπικουτί στο κεφάλι, που έχει τη χάρη της Παναγιάς στο τσεπάκι της και μεταμορφώνεται σε ηρωική αναστενάρισσα με τα εκτοπλασματικά της μαντίλια και τις θαυματουργές της εικόνες, τι μάρκετινγκ και ξεμάρκετινγκ; Αυτά είναι για τους Αμερικάνους. Εμείς εδώ είμαστε στην εποχή του κάρβουνου, που ή κινεί τις μηχανές του κακού με τα κοψίδια και τις μπριζόλες στη θράκα ή τους από μηχανής θεούς του καλού, όταν το πατάμε άκαφτοι αναστενάζοντας.
Είσαι έτοιμος να απαντήσεις στην αμείλικτη ερώτηση του «Α», τι τρως, τι πίνεις και πώς διασκεδάζεις;
Τ.Π.: Δε διασκεδάζω, υποφέρω. Και μάλιστα εκτός έδρας. Θέλω να γυρίσω στη μανούλα μου, στο αστέρι μου, στο εξωγήινο μενού μου. Είμαι φίλος της μανιταρόσουπας. Μ’ αρέσουν πολύ τα μανιτάρια, και τσιγαρισμένα και στιφάδο. Έχω δοκιμάσει την τροφή των νεκρών. Το στιφάδο είναι τα στίφη του Άδη στην κατσαρόλα του Πλούτωνα. Πίνω το κατακάθι με καλαμάκι καβαλημένο.
Ακούγεται ότι από την ερχόμενη εβδομάδα θα παρουσιάζεις στο χώρο θεάματος «Μετρό» ένα μιούζικαλ που λέγεται «Πράσινα άλογα». Αληθεύει;
Τ.Π.: Δυστυχώς, ναι. Για τρίτη και φαρμακερή χρονιά φέτος στο «Μετρό», θα προσπαθήσω να δαμάσω τα «Πράσινα άλογα», μέχρι τα μέσα του Γενάρη. Πρόκειται για ένα διαπλανητικό υπερθέαμα, με βασικό σκελετό ανθρώπινο σε κοινή θέα, σπασμένα πιάτα, σπασμένα κέφια και σπασμένα προφυλακτικά. Το γράφουν ήδη οι κοσμικές στήλες των «Χρονικών του Διαστήματος». Η ανεπιθύμητος εγκυμοσύνη της παράστασης των «Πράσινων αλόγων» θα βγάλει πουλάρι φτερωτό, να το καβαλήσω να φύγω. Πάω για διεθνή καριέρα, όπως θα ξέρεις. Μετά τον Νταλάρα, είναι η σειρά μου.
Για τη μάστιγα της εποχής μας, τα ναρκωτικά, τι γνώμη έχεις;
Τ.Π.: Πάλι τα ίδια; Καλά, τι λέγαμε τόση ώρα;