- Μηνύματα
- 2,129
- Πόντοι
- 48
Μέσα από την εμπειρία που απέκτησα, διδάσκοντας στο Μουσικό Σχολείο Ζακύνθου, όντας δέκτης πολλών ερωτήσεων των μαθητών, αλλά και μετά από πολλές συζητήσεις και ανταλλαγές απόψεων με μουσικούς, συνεργάτες και φίλους, νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις και συμπεράσματα, που έχουν διαμορφώσει με τα χρόνια τον τρόπο διδασκαλίας μου. Παραθέτω τις σκέψεις μου με κεντρικό γνώμονα ότι το « ακούειν » είναι – και πρέπει να αποτελεί - αναπόσπαστο στοιχείο της εξελικτικής πορείας του μουσικού. Είτε αυτός είναι μαθητευόμενος, είτε « φτασμένος » μουσικός καριέρας.
Άνοιξη 1982.....
.....Μικρό παιδάκι, στα καντούνια τση χώρας. Απόγευμα προς βραδάκι με μια κιθάρα κάτω από τη μασχάλη έξω από το 2ο Δημοτικό Σχολείο, για μάθημα με τον αείμνηστο Στάθη Αρβανιτάκη .... και στο αυτί, αποβραδίς, τα ακούσματα της διπλανής ταβέρνας, όπου οι “παλιοί” κανταδόροι-κρασοπατέρες έκαναν την συνηθισμένη τους μάζωξη με τους γνωστούς διαλόγους: “στονάρεις μωρέ!” “τι είναι ευτούνα που τραγουδάς!” “δεν ακούς?” ....
“Η Μουσική Αντίληψη”
Είτε “φταίει” η παράδοση -από αυτί σε αυτί- είτε τα Επτανησιακά και δη τα Ζακυνθινά γονίδια, δεν υπάρχει Ζακυνθινός που να μην έχει τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο στο σπίτι του. Μια κιθάρα σε μια αρμαράδα, ένα μαντολίνο κρεμασμένο στο σαλόνι, ένα ακορντεόν...έτσι να βρίσκεται...ακόμα και αν δεν παίζει ή ακόμα και αν το “ψιλογρατζουνάει”.....όμως όλοι, μα ΟΛΟΙ ....τραγουδάνε! Από “παλιούς” που ξέρουν ένα σωρό δίστιχα-τετράστιχα-διωδίες-αρέκιες ξεχασμένες, μέχρι την ηλικία του γιού μου Διονύση, που απο προνήπιο μαθαίνει το “Μια Βαρκούλα θ΄αρματώσω”.....
Πολλοί εκφράζουν το σύνηθες παράπονο: “έχω το μαντολινάκι σπίτι μου, Αχ! και να 'παιζα λιγουλάκι” Τραγουδάνε όμως με μεγάλη ευκολία, κάνοντας πρίμο – σιγόντο ( πάνου ή κάτου ) – σουλτάνα - βαρύτονο-μπάσο, διορθώνοντας ο ένας τον άλλο κι ας μη ξέρουν “ούτε νότα”.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά:
Πολλές εξειδικευμένες ή μη μουσικές σπουδές ετών, θεωρία, αντίστιξη, φυγή, ενοργάνωση πνευστών, ενορχήστρωση, σολφέζ, μέθοδοι εκμάθησης οργάνων και μαζί με όλα αυτά, ένα πλήθος αξιόλογων βιβλίων και ακόμα περισσότερων κομματιών ρεπερτορίου, αποτελούν κάποια από τα σημαντικότερα εφόδια που πρέπει να μελετά ο σύγχρονος μουσικός, κάνοντάς τα, κτήμα του και πράξη, για να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις των καιρών, είτε ασχολείται σε ερασιτεχνικό, ημιεπαγγελματικό (λάθος όρος κατα την γνώμη μου, που υποδηλώνει ημιμάθεια) ή επαγγελματικό επίπεδο.
Ένα από τα μελανά σημεία της μουσικής εκπαίδευσης , που δεν διακρίνει το σύνολο των μουσικών, αλλά – δυστυχώς για την Ελληνική πραγματικότητα – την πλειοψηφία τους, είναι ότι υπάρχει ένα εκπαιδευτικό μουσικό σύστημα που παράγει μουσικούς “της παρτιτούρας” σχεδόν αποκλειστικά.
Δεν είναι απαξιωτικό αυτό, προς Θεού, απλά ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να αποτελεί η «παρτιτούρα» (με την γενικότερη έννοια της ), το κεντρικό κριτήριο διδασκαλίας και αξιολόγησης της μουσικής, που είναι μια τόσο ανοιχτή-δημιουργική και συνεχώς εξελισσόμενη τέχνη με απεριόριστες, κυριολεκτικά, μορφές έκφρασης και δημιουργίας όσο καμιά άλλη.
Μόνο μέσα από την πράξη μαθαίνει ο μουσικός -γνώστης της στοιχειώδους θεωρίας- να χρησιμοποιεί σωστά τα συστατικά της μουσικής. (κλίμακες-διαστήματα-συγχορδίες-τρόπους) με τους άπειρους συνδυασμούς εκτέλεσης των, σύμφωνα πάντα με το ύφος και την μελωδική εξέλιξη του κάθε μουσικού κομματιού, τραγουδιού κλπ. Σε αυτή τη κατεύθυνση βοηθάει πολύ, η σωστή διδασκαλία και εκμάθηση της ρυθμικής και μελωδικής ανάγνωσης, δλδ, του σολφέζ.
Πέραν του πλαισίου της κλασσικής μουσικής παιδείας, η οποία είναι η μητέρα της θεωρητικής και πρακτικής γνώσης, σε οποιοδήποτε στυλ θελήσει να ακολουθήσει ο μουσικός, κρίνω ΑΝΑΓΚΑΙΑ από ένα σημείο και μετά, την “απαγκίστρωση” του σύγχρονου μουσικού από τη παρτιτούρα. Μόνο έτσι σιγά-σιγά θα αρχίσει να δουλεύει το αυτί του, και να αναλύει ότι ακούει, βελτιώνοντας την ακουστική του ικανότητα....
Η Ακουστική Ικανότητα
......Θεωρώ ότι το σημαντικότερο πράγμα για έναν μουσικό είναι η ακουστική του ικανότητα, η οποία πρέπει να δουλεύει αμφίδρομα.
Έως ένα σημείο, δεν χρειάζεται να έχει κάποιος εξειδικευμένη μουσική γνώση για να ξεχωρίσει π.χ. Ένα ξεκούρδιστο όργανο, από ένα σωστά κουρδισμένο ή έναν φάλτσο τραγουδιστή από έναν άλλο.
Ο “κοινός” -μη μουσικός- ακροατής, αντιλαμβάνεται τα παραπάνω παραδείγματα, είτε σαν κάτι “ενοχλητικό” στο αυτί του, είτε σαν κάτι “ωραίο” μη γνωρίζοντας πως να το εξηγήσει.
Ο μουσικός, από την άλλη πλευρά, έχει τελείως διαφορετική διαδικασία ακρόασης και λαμβάνει τις ηχητικές πληροφορίες, μεταφρασμένες σε μουσική γνώση βασισμένη στην θεωρία, την αρμονία της μουσικής ή και ακόμα παραπέρα.
Πρέπει λοιπόν να είναι σε θέση:
Nα “ακούσει” τον ήχο στο μυαλό του, κοιτάζοντας ή σκεπτόμενος τις νότες, ΠΡΙΝ τις εκτελέσει στο όργανο.
Nα ακούει μια οποιαδήποτε νότα σαν βάση και να μπορεί χωρίς βοήθεια οργάνου, να τραγουδήσει οποιοδήποτε διάστημα ή κλίμακα.
Nα μπορεί να μεταφέρει την μελωδική γραμμή και την συγχορδιακή ακολουθία ενός τραγουδιού σε άλλη τονικότητα, χωρίς να χρειαστεί μολύβι και πεντάγραμμο.
Nα καταλαβαίνει τον ρυθμό ενός κομματιού / τραγουδιού και να τον αναλύει στο μυαλό του.
Να αναγνωρίζει ακριβώς την τονικότητα του τραγουδιού ή έστω μια παραπλήσια.
Να αντιλαμβάνεται τις νότες τις μελωδίας, ακούγοντάς τη.
Να βρίσκει τις σωστές συγχορδίες, βάσει της κλίμακας που είναι γραμμένο το τραγούδι.
Να μουρμουρίζει μια μελωδία και να μπορεί να την μεταφέρει σωστά στο πεντάγραμμο, στην κατάλληλη τονικότητα, κλπ.
Για να εξελιχθεί κάποιος μουσικά, είναι απαραίτητη η άψογη θεωρητική γνώση του αντικειμένου του, διότι μόνο έτσι θα έχει τις σωστές βάσεις για περαιτέρω πειραματισμό και πρακτική εφαρμογή στο όργανο. Κάποιος που παίζει «πρακτικά» όπως λέγεται ένα μουσικό όργανο, χωρίς θεωρητική γνώση της μουσικής, είναι καταδικασμένος να ανακυκλώνεται στα ίδια πράγματα, χωρίς να μπορεί να φανταστεί την εξέλιξή τους.
Από την άλλη πλευρά πάλι, κάποιος που είναι άριστος γνώστης της μουσικής θεωρίας –και όχι μόνο- πρέπει να επιδιώκει συστηματικά την πρακτική εφαρμογή της στο όργανο, ανακαλύπτοντας τα «γιατί» και τα «πρέπει» των κανόνων της θεωρίας/αρμονίας κλπ, έτσι ώστε να εξασκεί την ακουστική του ικανότητα, και να μάθει να ακούει σωστά.
Όλα αυτά οδηγούν με τον καιρό, και το προσωπικό γίγνεσθαι του κάθε μουσικού, ως άτομο και προσωπικότητα, σε σχέση πάντα με τον χαρακτήρα και το μουσικό ύφος του, στο αποτέλεσμα μιας καλοδουλεμένης συνάρτησης, της οποίας παράγοντες είναι η θεωρητική γνώση και η πρακτική της εφαρμογή, στο όργανο. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να ονομαστεί αυτοσχεδιασμός, που για μένα είναι η αρχή της μουσικής ολοκλήρωσης κάθε ατόμου που σέβεται το μουσικό αντικείμενό του.
Συμπερασματικά λοιπόν, η ακουστική ικανότητα και μουσική αντίληψη είναι 2 αλληλένδετες και πολύ σημαντικές έννοιες που πρέπει να λειτουργούν και να εξασκούνται από κάθε μουσικό, διότι μόνο μέσα από αυτές και με την βοήθεια της θεωρητικής γνώσης, χωρίς αυτή να γίνεται αυτοσκοπός, θα φτάσει στην μουσική ολοκλήρωσή του, και θα μπορεί να ανταπεξέλθει απροβλημάτιστα σε οποιαδήποτε μουσική πρόκληση.
Εύχομαι αυτά τα λίγα λόγια να πιάσουν τόπο, κυρίως στα νέα και ταλαντούχα παιδιά, που ασχολούνται σοβαρά με τον θαυμαστό κόσμο της μουσικής δημιουργίας.
Καλή συνέχεια.
spimav_z
Άνοιξη 1982.....
.....Μικρό παιδάκι, στα καντούνια τση χώρας. Απόγευμα προς βραδάκι με μια κιθάρα κάτω από τη μασχάλη έξω από το 2ο Δημοτικό Σχολείο, για μάθημα με τον αείμνηστο Στάθη Αρβανιτάκη .... και στο αυτί, αποβραδίς, τα ακούσματα της διπλανής ταβέρνας, όπου οι “παλιοί” κανταδόροι-κρασοπατέρες έκαναν την συνηθισμένη τους μάζωξη με τους γνωστούς διαλόγους: “στονάρεις μωρέ!” “τι είναι ευτούνα που τραγουδάς!” “δεν ακούς?” ....
“Η Μουσική Αντίληψη”
Είτε “φταίει” η παράδοση -από αυτί σε αυτί- είτε τα Επτανησιακά και δη τα Ζακυνθινά γονίδια, δεν υπάρχει Ζακυνθινός που να μην έχει τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο στο σπίτι του. Μια κιθάρα σε μια αρμαράδα, ένα μαντολίνο κρεμασμένο στο σαλόνι, ένα ακορντεόν...έτσι να βρίσκεται...ακόμα και αν δεν παίζει ή ακόμα και αν το “ψιλογρατζουνάει”.....όμως όλοι, μα ΟΛΟΙ ....τραγουδάνε! Από “παλιούς” που ξέρουν ένα σωρό δίστιχα-τετράστιχα-διωδίες-αρέκιες ξεχασμένες, μέχρι την ηλικία του γιού μου Διονύση, που απο προνήπιο μαθαίνει το “Μια Βαρκούλα θ΄αρματώσω”.....
Πολλοί εκφράζουν το σύνηθες παράπονο: “έχω το μαντολινάκι σπίτι μου, Αχ! και να 'παιζα λιγουλάκι” Τραγουδάνε όμως με μεγάλη ευκολία, κάνοντας πρίμο – σιγόντο ( πάνου ή κάτου ) – σουλτάνα - βαρύτονο-μπάσο, διορθώνοντας ο ένας τον άλλο κι ας μη ξέρουν “ούτε νότα”.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά:
Πολλές εξειδικευμένες ή μη μουσικές σπουδές ετών, θεωρία, αντίστιξη, φυγή, ενοργάνωση πνευστών, ενορχήστρωση, σολφέζ, μέθοδοι εκμάθησης οργάνων και μαζί με όλα αυτά, ένα πλήθος αξιόλογων βιβλίων και ακόμα περισσότερων κομματιών ρεπερτορίου, αποτελούν κάποια από τα σημαντικότερα εφόδια που πρέπει να μελετά ο σύγχρονος μουσικός, κάνοντάς τα, κτήμα του και πράξη, για να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις των καιρών, είτε ασχολείται σε ερασιτεχνικό, ημιεπαγγελματικό (λάθος όρος κατα την γνώμη μου, που υποδηλώνει ημιμάθεια) ή επαγγελματικό επίπεδο.
Ένα από τα μελανά σημεία της μουσικής εκπαίδευσης , που δεν διακρίνει το σύνολο των μουσικών, αλλά – δυστυχώς για την Ελληνική πραγματικότητα – την πλειοψηφία τους, είναι ότι υπάρχει ένα εκπαιδευτικό μουσικό σύστημα που παράγει μουσικούς “της παρτιτούρας” σχεδόν αποκλειστικά.
Δεν είναι απαξιωτικό αυτό, προς Θεού, απλά ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να αποτελεί η «παρτιτούρα» (με την γενικότερη έννοια της ), το κεντρικό κριτήριο διδασκαλίας και αξιολόγησης της μουσικής, που είναι μια τόσο ανοιχτή-δημιουργική και συνεχώς εξελισσόμενη τέχνη με απεριόριστες, κυριολεκτικά, μορφές έκφρασης και δημιουργίας όσο καμιά άλλη.
Μόνο μέσα από την πράξη μαθαίνει ο μουσικός -γνώστης της στοιχειώδους θεωρίας- να χρησιμοποιεί σωστά τα συστατικά της μουσικής. (κλίμακες-διαστήματα-συγχορδίες-τρόπους) με τους άπειρους συνδυασμούς εκτέλεσης των, σύμφωνα πάντα με το ύφος και την μελωδική εξέλιξη του κάθε μουσικού κομματιού, τραγουδιού κλπ. Σε αυτή τη κατεύθυνση βοηθάει πολύ, η σωστή διδασκαλία και εκμάθηση της ρυθμικής και μελωδικής ανάγνωσης, δλδ, του σολφέζ.
Πέραν του πλαισίου της κλασσικής μουσικής παιδείας, η οποία είναι η μητέρα της θεωρητικής και πρακτικής γνώσης, σε οποιοδήποτε στυλ θελήσει να ακολουθήσει ο μουσικός, κρίνω ΑΝΑΓΚΑΙΑ από ένα σημείο και μετά, την “απαγκίστρωση” του σύγχρονου μουσικού από τη παρτιτούρα. Μόνο έτσι σιγά-σιγά θα αρχίσει να δουλεύει το αυτί του, και να αναλύει ότι ακούει, βελτιώνοντας την ακουστική του ικανότητα....
Η Ακουστική Ικανότητα
......Θεωρώ ότι το σημαντικότερο πράγμα για έναν μουσικό είναι η ακουστική του ικανότητα, η οποία πρέπει να δουλεύει αμφίδρομα.
Έως ένα σημείο, δεν χρειάζεται να έχει κάποιος εξειδικευμένη μουσική γνώση για να ξεχωρίσει π.χ. Ένα ξεκούρδιστο όργανο, από ένα σωστά κουρδισμένο ή έναν φάλτσο τραγουδιστή από έναν άλλο.
Ο “κοινός” -μη μουσικός- ακροατής, αντιλαμβάνεται τα παραπάνω παραδείγματα, είτε σαν κάτι “ενοχλητικό” στο αυτί του, είτε σαν κάτι “ωραίο” μη γνωρίζοντας πως να το εξηγήσει.
Ο μουσικός, από την άλλη πλευρά, έχει τελείως διαφορετική διαδικασία ακρόασης και λαμβάνει τις ηχητικές πληροφορίες, μεταφρασμένες σε μουσική γνώση βασισμένη στην θεωρία, την αρμονία της μουσικής ή και ακόμα παραπέρα.
Πρέπει λοιπόν να είναι σε θέση:
Nα “ακούσει” τον ήχο στο μυαλό του, κοιτάζοντας ή σκεπτόμενος τις νότες, ΠΡΙΝ τις εκτελέσει στο όργανο.
Nα ακούει μια οποιαδήποτε νότα σαν βάση και να μπορεί χωρίς βοήθεια οργάνου, να τραγουδήσει οποιοδήποτε διάστημα ή κλίμακα.
Nα μπορεί να μεταφέρει την μελωδική γραμμή και την συγχορδιακή ακολουθία ενός τραγουδιού σε άλλη τονικότητα, χωρίς να χρειαστεί μολύβι και πεντάγραμμο.
Nα καταλαβαίνει τον ρυθμό ενός κομματιού / τραγουδιού και να τον αναλύει στο μυαλό του.
Να αναγνωρίζει ακριβώς την τονικότητα του τραγουδιού ή έστω μια παραπλήσια.
Να αντιλαμβάνεται τις νότες τις μελωδίας, ακούγοντάς τη.
Να βρίσκει τις σωστές συγχορδίες, βάσει της κλίμακας που είναι γραμμένο το τραγούδι.
Να μουρμουρίζει μια μελωδία και να μπορεί να την μεταφέρει σωστά στο πεντάγραμμο, στην κατάλληλη τονικότητα, κλπ.
Για να εξελιχθεί κάποιος μουσικά, είναι απαραίτητη η άψογη θεωρητική γνώση του αντικειμένου του, διότι μόνο έτσι θα έχει τις σωστές βάσεις για περαιτέρω πειραματισμό και πρακτική εφαρμογή στο όργανο. Κάποιος που παίζει «πρακτικά» όπως λέγεται ένα μουσικό όργανο, χωρίς θεωρητική γνώση της μουσικής, είναι καταδικασμένος να ανακυκλώνεται στα ίδια πράγματα, χωρίς να μπορεί να φανταστεί την εξέλιξή τους.
Από την άλλη πλευρά πάλι, κάποιος που είναι άριστος γνώστης της μουσικής θεωρίας –και όχι μόνο- πρέπει να επιδιώκει συστηματικά την πρακτική εφαρμογή της στο όργανο, ανακαλύπτοντας τα «γιατί» και τα «πρέπει» των κανόνων της θεωρίας/αρμονίας κλπ, έτσι ώστε να εξασκεί την ακουστική του ικανότητα, και να μάθει να ακούει σωστά.
Όλα αυτά οδηγούν με τον καιρό, και το προσωπικό γίγνεσθαι του κάθε μουσικού, ως άτομο και προσωπικότητα, σε σχέση πάντα με τον χαρακτήρα και το μουσικό ύφος του, στο αποτέλεσμα μιας καλοδουλεμένης συνάρτησης, της οποίας παράγοντες είναι η θεωρητική γνώση και η πρακτική της εφαρμογή, στο όργανο. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να ονομαστεί αυτοσχεδιασμός, που για μένα είναι η αρχή της μουσικής ολοκλήρωσης κάθε ατόμου που σέβεται το μουσικό αντικείμενό του.
Συμπερασματικά λοιπόν, η ακουστική ικανότητα και μουσική αντίληψη είναι 2 αλληλένδετες και πολύ σημαντικές έννοιες που πρέπει να λειτουργούν και να εξασκούνται από κάθε μουσικό, διότι μόνο μέσα από αυτές και με την βοήθεια της θεωρητικής γνώσης, χωρίς αυτή να γίνεται αυτοσκοπός, θα φτάσει στην μουσική ολοκλήρωσή του, και θα μπορεί να ανταπεξέλθει απροβλημάτιστα σε οποιαδήποτε μουσική πρόκληση.
Εύχομαι αυτά τα λίγα λόγια να πιάσουν τόπο, κυρίως στα νέα και ταλαντούχα παιδιά, που ασχολούνται σοβαρά με τον θαυμαστό κόσμο της μουσικής δημιουργίας.
Καλή συνέχεια.
spimav_z