Για να βοηθήσω λίγο τη συζήτηση:
Ο νόμος ( αρθρ. 42 Ν 2696/1999- όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) δεν θέτει ως γενικό όριο απαγόρευης τα 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος και άνω (με της αιμοληψία) ή τα 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα και άνω ( μέτρηση με συσκευή αλκοολομέτρου).
Αυτό είναι το ΜΕΓΙΣΤΟ επιτρεπτό όριο, που θεωρεί ο νομοθέτης ΙΚΑΝΟ να επηρεάσει τον οιοδήποτε οδηγό (έμπειρο και στην οδήγηση και στο αλκοόλ).
Θέτει όμως και χαμηλότερα όρια σε ειδικές κατηγορίες οδηγών:
Ειδικότερα:
1) Οδήγηση επιβατηγών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης (ΕΔΧ),
φορτηγών αυτοκινήτων με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος μεγαλύτερο των 3,5 τόνων, σχολικών και λοιπών κατηγοριών λεωφορείων, ασθενοφόρων, οχημάτων μεταφοράς επικίνδυνων εμπορευμάτων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων=> όριο 0,20 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (μετρηση με αιμοληψία) ή όριο 0,10 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα (μέτρηση με αντίστοιχη συσκευή αλκοολομέτρου).
2) Η ίδια (με την αμέσως ανωτέρω) απαγόρευση ισχύει και για την οδήγηση οχήματος οποιασδήποτε κατηγορίας από οδηγό που είναι κάτοχος αδείας οδήγησης επί χρονικό διάστημα μικρότερο των δύο ετών. (ΥΑ 250//2011).
Επίσης σε περίπτωση ατυχήματος (μέ ή χωρίς θύματα) γίνεται ΤΟΞΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ έλεγχος (ήτοι διαπίστωση χρήσης αλκοόλ - τοξικών ουσιών - φαρμάκων κ.λ.π.).
Τέλος η συνυπαιτιότητα του συνοδηγού (για ό,τι πάθει) , που μπήκε μεσα σε όχημα που εν γνώσει του ο οδηγός ήταν ύπο την επήρεια αλκοολ, συνήθως (δεν είναι τυφλοσούρτης) προσδιορίζεται σε ποσόστό 30%.