Ο Σύμβουλος Κ. Πισπιρίγκος και ο Πάρεδρος Ν. Μαρκόπουλος μειοψήφησαν και υποστήριξαν την ακόλουθη γνώμη:
Οι συνταγματικές διατάξεις περί σεβασμού της αξίας του ανθρώπου και ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.) επιβάλλουν στην Πολιτεία να αναγνωρίζει ότι ο άνθρωπος, ο οποίος δεν στερείται της δυνατότητας χρήσεως του λογικού λόγω ανηλικότητας ή νοητικής ανεπάρκειας, δικαιούται να ζει υπό ιδίαν ευθύνη.
Διότι άλλως, ήτοι δια της αναγωγής της Πολιτείας σε υπέρτατο λογικό προστάτη,
η ελευθερία των ανθρώπων αναιρείται με συνέπεια την απώλεια της αξιοπρέπειας και της
ζωτικότητάς τους.
Υπ’ αυτό το πρίσμα πρέπει να εξετάζονται και τα μέτρα που λαμβάνονται από το
νομοθέτη χάριν προστασίας της υγείας από τις βλαβερές συνέπειες του καπνού.
Μέτρα ενημέρωσης του κοινού για τα σχετικά πορίσματα της επιστήμης είναι, βεβαίως, επιβεβλημένα.
Ομοίως είναι επιβεβλημένες οι απαγορεύσεις, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες για την προστασία του κοινού από τις βλαβερές συνέπειες του παθητικού καπνίσματος.
Άλλες όμως απαγορεύσεις καπνίσματος, οι οποίες επιβάλλονται χάριν προστασίας της υγείας των ιδίων των καπνιστών ή εκείνων που επιλέγουν συνειδητά να έχουν κοινωνικές σχέσεις με καπνιστές αναδεχόμενοι τους κινδύνους του παθητικού καπνίσματος, αναιρούν το δικαίωμα των ανθρώπων να ζουν υπό ιδίαν ευθύνη και δεν δικαιολογούνται με την επίκληση της ανάγκης περιορισμού των δαπανών του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, διότι το σύστημα αυτό υπάρχει για να περιθάλπει ακόμη και τους αυτοκαταστροφικούς.
Άλλωστε, από αυτή την άποψη, οι μερικές απαγορεύσεις είναι αλυσιτελείς.
(Λυσιτελής δηλαδή θα ήταν, από αυτή την άποψη, μόνον ο χαρακτηρισμός του καπνού ως
απαγορευμένης ουσίας και, κατ’ ακολουθίαν, η γενική απαγόρευση του καπνίσματος).