Και εντάξει με τις κιθάρες και τα μπάσσα, που άμα έχεις ασχοληθεί κάποια χρόνια νοιώθεις ορισμένα πράγματα και δεν είναι εύκολο να σου το φορέσουν το παλτό. Όχι δηλαδή ότι δεν γίνεται. Έχει κάτι εγγλέζους επιστήμονες που σου στήνουν το όργανο κατά τέτοιο τρόπο, που μήτε o Leo Fender δεν μπορεί να σου πει τι δεν πάει καλά. Γι’ αυτό θέλει προσοχή, ειδικά στις αγορές vintage οργάνων από Αγγλία. Oι άνθρωποι έχουν παράδοση στην παραχάραξη, κατ΄αντιδιαστολή προς τον μέσο τυπάκο από το Ώστιν-Τέξας που βγάζει την κιθάρα του στο ebay και συνήθως γράφει με ορισμένη ειλικρίνια τι έχει γίνει απάνω στο όργανο, τουλάχιστον στο βαθμό που μπορεί να γνωρίζει ο ίδιος. Οι εγγλέζοι είναι σατανάδες, δεν τους πιάνεις εύκολα.
Ακόμη μεγαλύτερο είναι το ζόρι στους vintage ενισχυτές, που κι εκεί γίνεται χαμός από τη μαϊμουδιά και την πατέντα και απαιτούνται πλέον άλλου είδους γνώσεις για να βγάλεις άκρη. Μερικά πράγματα βέβαια φωνάζουν από χιλιόμετρο. Βλέπεις, ας πούμε, αγγελίες για δήθεν «αυθεντικούς» fender και διά γυμνού οφθαλμού παρατηρείς (αληθινό το παράδειγμα) ότι το tolex θυμίζει εκπληκτικά αυτήν εκεί την πλαστική ταπετσαρία που είχε το σαλόνι του αρχαίου Honda Accord, που οδηγούσε ο γέρος σου κατά τις δεκαετίες ’70-΄80 και βέβαια δεν γίνεται να ξεγελαστείς, αφού μέσα σ’ αυτό το Accord μεγάλωσες. Οπότε, κρίνοντας από την ταπετσαρία Accord, παίρνεις μια πρόγευση του τι συμβαίνει μέσα στο κέλυφος του ενισχυτή, δίχως να αποκλείεται να υπάρχουν εκεί μέσα κι άλλα ανταλλακτικά του ιδίου Accord. Ανακύκλωση λέγεται αυτό το πράγμα. Τουλάχιστον, χάρη σ’ αυτόν εδώ τον Fender νοιώθεις μια νοσταλγία, ενθυμούμενος τα παιδικά σου χρόνια, ειδικά όταν ανακαλύπτεις σε κάποιο σημείο του tolex εκείνο το ίδιο, παλιό, χαρακτηριστικό κάψιμο από τσιγάρο, που είχε προξενήσει κάποτε ο μονίμως αφηρημένος πατέρας σου.
Οι δήθεν «ολοκαίνουργιες» τελικές λάμπες έχουν συνήθως καμιά χιλιοστή ώρες λειτουργίας στη ράχη τους, αφού στην Ελλάδα ισχύει το παλαιό αυτοκινητικό δόγμα, που πρεσβεύει ότι «μέχρι και τα εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα, το μοτέρ είναι καινούργιο, ακόμη στρώνει». Και οι τελικές λάμπες ακριβώς το ίδιο, στις χίλιες ώρες «ακόμη στρώνουν» κι αυτές, δηλαδή είναι του κουτιού και μάλιστα χάρη σου κάνει που έχει κάτσει ο άνθρωπος να τις στρώσει για χάρη σου επί χίλιες ολόκληρες ώρες, λες και δεν είχε άλλη δουλειά.
Οι προενισχύτριες είναι συνήθως ένας αχταρμάς απ’ ότι κατά καιρούς βρισκόταν διαθέσιμο, με προφανή την τάση να παραχώνονται γκαζωμένες κινέζικες 12ΑΧ7 παντού, ακόμη κι εκεί που το σχηματικό λέει ρητά πχ 12ΑU7, αλλά τι να μας λέει τώρα εμάς το σχηματικό ; -Εμείς θέμε γκάζα (sic). Τα άκρως ύποπτα «χρατς-χρουτς» που ακούγονται ήδη από το ζέσταμα του ενισχυτή, χωρίς ακόμη να έχεις αγγίξει τίποτα, προσπερνώνται με την καθησυχαστική δήλωση «μη δίνεις σημασία, σκόνη στα ποτενσιόμετρα είναι, με λίγο σπρέϊ θα έρθουν στα ίσα τους», οπότε διερωτάσαι -μεταξύ άλλων- για ποιόν λόγο δεν έχει μπει έως τώρα ο ιδιοκτήτης στον κόπο να ρίξει αυτός λίγο σπρέϊ, να τα φέρει στα ίσα τους, τόσον καιρό που το έχει το μηχάνημα στα χέρια του και μάλιστα εν όψει της πώλησής του.
Και επειδή, όπως είπε ο Superfunk, στην Ελλάδα «το δικό μου είναι πάντα το καλύτερο», περνάμε στις απίστευτες μόντες που έχουν γίνει πάνω στου κασίδη το κεφάλι –επ, συγγνώμη, στον ενισχυτή ήθελα να πω- οι οποίες έχουν καταστήσει τον δικό μας (ειδικά τον δικό μας) vintage ενισχυτή γενικώς «απίστευτο». «Απίστευτα καθαρά», «απίστευτα γκάζια», όλα απίστευτα, ό,τι θες το έχεις με το πάτημα ενός κουμπιού, χάρη στις μόντες του μαστρο-Γιακουμή, που -καλά που το θυμήθηκα- να τον φωνάξω να ρίξει μια ματιά και στον πίνακα, καθότι τελευταία μου πετάει ασφάλειες, έτσι και τολμήσω ν’ ανάψω τον απορροφητήρα, με αποτέλεσμα να έχουμε στερηθεί στο σπίτι τις τηγανητές μελιτζάνες, που τόσο μ’ αρέσουν. Vintage και ο απορροφητήρας. –Πόσο να πιάνει αυτός άραγες ;
Ακόμη μεγαλύτερο είναι το ζόρι στους vintage ενισχυτές, που κι εκεί γίνεται χαμός από τη μαϊμουδιά και την πατέντα και απαιτούνται πλέον άλλου είδους γνώσεις για να βγάλεις άκρη. Μερικά πράγματα βέβαια φωνάζουν από χιλιόμετρο. Βλέπεις, ας πούμε, αγγελίες για δήθεν «αυθεντικούς» fender και διά γυμνού οφθαλμού παρατηρείς (αληθινό το παράδειγμα) ότι το tolex θυμίζει εκπληκτικά αυτήν εκεί την πλαστική ταπετσαρία που είχε το σαλόνι του αρχαίου Honda Accord, που οδηγούσε ο γέρος σου κατά τις δεκαετίες ’70-΄80 και βέβαια δεν γίνεται να ξεγελαστείς, αφού μέσα σ’ αυτό το Accord μεγάλωσες. Οπότε, κρίνοντας από την ταπετσαρία Accord, παίρνεις μια πρόγευση του τι συμβαίνει μέσα στο κέλυφος του ενισχυτή, δίχως να αποκλείεται να υπάρχουν εκεί μέσα κι άλλα ανταλλακτικά του ιδίου Accord. Ανακύκλωση λέγεται αυτό το πράγμα. Τουλάχιστον, χάρη σ’ αυτόν εδώ τον Fender νοιώθεις μια νοσταλγία, ενθυμούμενος τα παιδικά σου χρόνια, ειδικά όταν ανακαλύπτεις σε κάποιο σημείο του tolex εκείνο το ίδιο, παλιό, χαρακτηριστικό κάψιμο από τσιγάρο, που είχε προξενήσει κάποτε ο μονίμως αφηρημένος πατέρας σου.
Οι δήθεν «ολοκαίνουργιες» τελικές λάμπες έχουν συνήθως καμιά χιλιοστή ώρες λειτουργίας στη ράχη τους, αφού στην Ελλάδα ισχύει το παλαιό αυτοκινητικό δόγμα, που πρεσβεύει ότι «μέχρι και τα εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα, το μοτέρ είναι καινούργιο, ακόμη στρώνει». Και οι τελικές λάμπες ακριβώς το ίδιο, στις χίλιες ώρες «ακόμη στρώνουν» κι αυτές, δηλαδή είναι του κουτιού και μάλιστα χάρη σου κάνει που έχει κάτσει ο άνθρωπος να τις στρώσει για χάρη σου επί χίλιες ολόκληρες ώρες, λες και δεν είχε άλλη δουλειά.
Οι προενισχύτριες είναι συνήθως ένας αχταρμάς απ’ ότι κατά καιρούς βρισκόταν διαθέσιμο, με προφανή την τάση να παραχώνονται γκαζωμένες κινέζικες 12ΑΧ7 παντού, ακόμη κι εκεί που το σχηματικό λέει ρητά πχ 12ΑU7, αλλά τι να μας λέει τώρα εμάς το σχηματικό ; -Εμείς θέμε γκάζα (sic). Τα άκρως ύποπτα «χρατς-χρουτς» που ακούγονται ήδη από το ζέσταμα του ενισχυτή, χωρίς ακόμη να έχεις αγγίξει τίποτα, προσπερνώνται με την καθησυχαστική δήλωση «μη δίνεις σημασία, σκόνη στα ποτενσιόμετρα είναι, με λίγο σπρέϊ θα έρθουν στα ίσα τους», οπότε διερωτάσαι -μεταξύ άλλων- για ποιόν λόγο δεν έχει μπει έως τώρα ο ιδιοκτήτης στον κόπο να ρίξει αυτός λίγο σπρέϊ, να τα φέρει στα ίσα τους, τόσον καιρό που το έχει το μηχάνημα στα χέρια του και μάλιστα εν όψει της πώλησής του.
Και επειδή, όπως είπε ο Superfunk, στην Ελλάδα «το δικό μου είναι πάντα το καλύτερο», περνάμε στις απίστευτες μόντες που έχουν γίνει πάνω στου κασίδη το κεφάλι –επ, συγγνώμη, στον ενισχυτή ήθελα να πω- οι οποίες έχουν καταστήσει τον δικό μας (ειδικά τον δικό μας) vintage ενισχυτή γενικώς «απίστευτο». «Απίστευτα καθαρά», «απίστευτα γκάζια», όλα απίστευτα, ό,τι θες το έχεις με το πάτημα ενός κουμπιού, χάρη στις μόντες του μαστρο-Γιακουμή, που -καλά που το θυμήθηκα- να τον φωνάξω να ρίξει μια ματιά και στον πίνακα, καθότι τελευταία μου πετάει ασφάλειες, έτσι και τολμήσω ν’ ανάψω τον απορροφητήρα, με αποτέλεσμα να έχουμε στερηθεί στο σπίτι τις τηγανητές μελιτζάνες, που τόσο μ’ αρέσουν. Vintage και ο απορροφητήρας. –Πόσο να πιάνει αυτός άραγες ;