Σόρυ για το oldstyle γράψιμο της λέξης αλλά δεν είναι λάθος, google it ! Χρησιμοποιείται ευρέως με 'ει' π.χ http://fridge.gr/47788/stiles/mixing-basics-pt3/ και καλό είναι πριν κάνουμε παρατηρήσεις περί ορθογραφίας να είμαστε σίγουροι...;-)Superfunk είπε:Καποιος MOD να αλλαξει το...."μειξη" σε "μΙξη"?
ΠΟΝΕΣΑΝΕ τα ματακια μας.... ;D
Η γραφή "μείξη" είναι της "μιαρής" καθαρεύουσας. Κι ως γνωστόν παράδοση και υψηλό IQ είναι μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα. ;DWaterfall-K είπε:"Μειξη" ειναι, το οποιο σημαινει "αναμειξη, ανακατεμα".
Μόνο στο "keyboards" section δε γίνεται τζέρτζελο. Εκεί υπάρχει η μόνιμη νιρβάνα, που διακόπτεται πού και πού από κανένα φίλο που μπαίνει και ζητάει laikous ixous gia korg. ;D ;D ;DAuditoryDriving είπε:Όλοι εναντίων όλων σε όλα τα επίπεδα - πετάλια, κιθάρες, ορθογραφία, πολιτική, χριστουγενιάτικα λαμπιόνια χαχαχαχαχ νοιζ και τα μυαλά στα κάγκελα
Θα συμφωνήσω περί καθαρεύουσας, άλλωστε ήταν ένα εφεύρημα και όντως χρησιμοποιήθηκε από τα γνωστά πρόσωπα, ιστορικά, που κάλυπταν την αμορφωσιά τους με αυτήν...Αλλά αυτό απέχει πολύ από την την αρχαία ρίζα μιας λέξης και την ιστορική της εξέλιξη. Μην μπούμε στην συζήτηση για την απλοποίηση χιλιάδων λέξεων ( αυγό-αβγό, τραίνο-τρένο κ.τ.λ) .Το να προσάψουμε όμως χρήση καθαρεύουσας σε κάτι τέτοιο , είναι τραβηγμένο...Εάν έχεις διαβάσει αρκετές φορές μια λέξη με την παλιότερη μορφή της και την γράψεις έτσι δεν σημαίνει ότι είναι συνειδητή διαδικασία , αλλά ούτε και φυσικά κατακριτέο , μην φθάνουμε στο άλλο άκρο...cyclops είπε:Η γραφή "μείξη" είναι της "μιαρής" καθαρεύουσας. Κι ως γνωστόν παράδοση και υψηλό IQ είναι μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα. ;D
Σίγουρα έχεις δίκιο, άλλα όχι και "πονέσανε τα ματάκια μας" που ανέφερε κάποιος επειδή γράφτηκε η λέξη με τη μια εκ των δύο σωστών γραφών της.rtbmambas είπε:Θα συμφωνήσω περί καθαρεύουσας, άλλωστε ήταν ένα εφεύρημα και όντως χρησιμοποιήθηκε από τα γνωστά πρόσωπα, ιστορικά, που κάλυπταν την αμορφωσιά τους με αυτήν...Αλλά αυτό απέχει πολύ από την την αρχαία ρίζα μιας λέξης και την ιστορική της εξέλιξη. Μην μπούμε στην συζήτηση για την απλοποίηση χιλιάδων λέξεων ( αυγό-αβγό, τραίνο-τρένο κ.τ.λ) .Το να προσάψουμε όμως χρήση καθαρεύουσας σε κάτι τέτοιο , είναι τραβηγμένο...Εάν έχεις διαβάσει αρκετές φορές μια λέξη με την παλιότερη μορφή της και την γράψεις έτσι δεν σημαίνει ότι είναι συνειδητή διαδικασία , αλλά ούτε και φυσικά κατακριτέο , μην φθάνουμε στο άλλο άκρο...
οχι ειναι ΜΙΞΗ ηχου και προερχεται απο το αγγλικο sound-ΜΙΧ.... ;D...τις ξενες λεξεις οταν τις μεταφερουμε στα ελληνικα τις γραφουμε με τον ΑΠΛΟΥΣΤΕΡΟ τροπο....εκτος και αν εκαναν και οι αρχαιοι μιξεις και ηχοληψιες...(οπως προφανως πιστευει ο πεντακαθαρος Ελλην Κυκλωψ απογονος του Περικλη... ;D)Waterfall-K είπε:"Μειξη" ειναι, το οποιο σημαινει "αναμειξη, ανακατεμα".
μίγμα (το) βλέπε μείγμαΛεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
μείγμα (το) (μείγματος | -ατα, -άτων) 1. αυτό που προκύπτει, όταν δύο ή περισσότερα ρευστά υλικά αναμιχθυύν. ανακατευτούν: αυτό το κρασί είναι φτειαγμένο από μείγμα ροδίτη και μοσχοφίλερου || βάζετε το μείγμα στο ταψί και φουρνίζετε ΣΥΝ. κράμα, ανάμειξη 2. ΧΗΜ. το σώμα που προκύπτει ύστερα από την ανάμειξη η δύο ή περισσότερων στοιχείων ή χημικών ενώσεων, τα οποία δεν αλληλεπιδρυύν χημικά και είναι δυνατόν να διαχωριστούν με φυσικές μεθόδους: μείγμα μεταξύ στερεών ουσιών / στερεών και αερίων || τα θολά νερά των ποταμών είναι μείγμα στερεών και υγρών || ομογενές μείγμα / ετερογενές μείγμα 3. (μτφ.) καθετί το οποίο αποτελείται από ανάμειξη διαφορετικά στοιχεία: οι απόψεις του είναι ένα μείγμα λαϊκών προκαταλήψεων και ανατολίτικου μυστικισμού || το νέο μουσικό είδος δεν διεκδικεί πρωτοτυπία, πρόκειται για μείγμα αφρικανικών και καραϊβικών ρυθμών.
** σχόλιο λ. αναμειγνύω.
[ετυμ. < αρχ. μείγμα / μίγμα < μ(ε)ίγνυμι, βλ. κ. μειγνύω|. μειγνύω ρ. μετβ. {μόνο στον ενεστ.) (αρχαιοπρ.) αναμειγνύω, ανακατεύω]
Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
αναμειγνύω ή αναμιγνύω; Το αρχ. ρ. μειγνύω (που σώζεται καλύτερα στο αρχαίο και σύγχρονο ρ. αναμειγνύω) και τα παράγωγά του ήδη στην Αρχαία γεννούν ζητήματα ορθογραφίας, πιθανώς και λόγω τού πρώιμου ιωτακισμού, τής συμπτώσεως στην προφορά τού -ει- με το -ι- Αν ληφθούν υπ’ όψιν η κατανομή των βαθμιδών τής ρίζας μειγ- στο ρήμα και στα παράγωγά του, καθώς και η γραπτή παράδοσή τους, κρίνονται ως ορθότερες οι εξής ορθογραφήσεις: (α) με -ει- (ανα)μειγνύω, (ανα)μείξω, (αν)έμειξα (β) με -ι- (ανα)μίχθηκα, (ανα)μιγμένος. Παράγωγα (α) με -ει- μείγμα και μείξη (ανάμειξη) (β) με -ι-. μικτός (ανάμικτος), επι-μιξία, μιγάς, αμιγής, μίγδην. Προκειμένου για το μείξη (αρχ. μείξις). θα μπορούσε μεν να δικαιολογηθεί η γραφή του ως μίξη (πολλά αρχαία ουσιαστικά σε -σ:ς σχηματίζονταν με το ασθενές θέμα: δόσις, θέσις, τάσις έναντι των δίδωμι, τίθημι, τείνω αλλά πνεύσις, ζεύξις, λήψις, πράξις). Ωστόσο μέσα από τη χειρόγραφη παράδοση φαίνεται προτιμότερη η γραφή με -ει- Ακόμη και το μικτός υπήρξε η τάση να γραφεί ως μεικτός, πράγμα που δεν επικράτησε τελικά
Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
το (Α μεῑγμα, -ατος)· βλ. μίγμα.
Πάπυρος – Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας
μίγμα
και μείγμα, το (Α μίγμα και μεῑγμα και αιολ. τ. μεῑχμα)· κάθε προϊόν ανάμιξης· || (νεοελλ.) 1. (χημ.) το προϊόν τής ανάμιξης περισσότερων σωμάτων, χωρίς να συντελείται χημική αντίδραση· 2. (φρ.) α) «μίγμα καύσιμο»· (τεχνολ.) μίγμα ατμών υγρού καυσίμου, όπως λ.χ. βενζίνης ή πετρελαίου με αέρα, το οποίο χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία τών μηχανών εσωτερικής καύσης· β) «μίγμα πλούσιο»· (τεχνολ.) καύσιμο μίγμα που περιέχει ατμούς καυσίμου σε αναλογία μεγαλύτερη από την άριστη· γ) «μίγμα πτωχό»· (τεχνολ.) καύσιμο μίγμα που περιέχει ατμούς καυσίμου σε αναλογία σαφώς μικρότερη από την άριστη· δ) «μίγμα ψυκτικό»· (τεχνολ.) μίγμα στο οποίο οι ουσίες που συμμετέχουν στον σχηματισμό του προκαλούν υποβιβασμό τής θερμοκρασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιγ- / μειγ- τού μίγνυμι / μείγνυμι + κατάλ. -μα. Βλ. ετυμολ. λ. μιγνύω].
Πάπυρος – Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας
Ακριβώς αυτό λέω ! Εγώ είμαι που έβαλα τον τίτλο και έγραψα μείξη άλλωστε !cyclops είπε:Σίγουρα έχεις δίκιο, άλλα όχι και "πονέσανε τα ματάκια μας" που ανέφερε κάποιος επειδή γράφτηκε η λέξη με τη μια εκ των δύο σωστών γραφών της.
Αφού οι αρχαίοι δεν έκαναν μίξεις ήχου και εσύ εννοιολογικά δεν βρίσκεις συγγένεια στην μείξη γενικά με την μείξη ήχου, τότε γιατί στο πληθυντικό βάζεις 'ει' στην κατάληξη και δεν γράφεις μίξις ? , μόνο αρχαιολάτρης δεν είμαι αλλά κακό πράγμα να επιμένεις έτσι σε κάτι τόσο απλό...Superfunk είπε:οχι ειναι ΜΙΞΗ ηχου και προερχεται απο το αγγλικο ΜΙΧ....τις ξενες λεξεις οταν τις μεταφερουμε στα ελληνικα τις γραφουμε με τον ΑΠΛΟΥΣΤΕΡΟ τροπο....εκτος και αν εκαναν και οι αρχαιοι μιξεις και ηχοληψιες...(οπως προφανως πιστευει ο πεντακαθαρος Ελλην Κυκλωψ απογονος του Περικλη... ;D)
Το mix είναι αντιδάνειο από το ελληνικό μίξη ή μείξη, τουτέστιν επέστρεψε στη γλώσσα προέλευσης. Και λέξεις που είναι αντιδάνεια τις γράφουμε στην αρχική τους γραφή. Εκτός κι αν βαριόμαστε γιατί προτιμούμε να γράφουμε για κσύλα.Superfunk είπε:οχι ειναι ΜΙΞΗ ηχου και προερχεται απο το αγγλικο ΜΙΧ....τις ξενες λεξεις οταν τις μεταφερουμε στα ελληνικα τις γραφουμε με τον ΑΠΛΟΥΣΤΕΡΟ τροπο....εκτος και αν εκαναν και οι αρχαιοι μιξεις και ηχοληψιες...(οπως προφανως πιστευει ο πεντακαθαρος Ελλην Κυκλωψ απογονος του Περικλη... ;D)
πιασε το αυγο και κουρευτο...η ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΗ πλειοψηφια των αρθρων γυρω απο τη μιξη ηχου καθως και των ΣΧΟΛΩΝ ηχοληψιας στην ΕΛΛΑΔΑ τη μΙξη ηχου την γραφουν ΜΙΞΗ....μίγμα (το) βλέπε μείγμαΛεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
μείγμα (το) (μείγματος | -ατα, -άτων) 1. αυτό που προκύπτει, όταν δύο ή περισσότερα ρευστά υλικά αναμιχθυύν. ανακατευτούν: αυτό το κρασί είναι φτειαγμένο από μείγμα ροδίτη και μοσχοφίλερου || βάζετε το μείγμα στο ταψί και φουρνίζετε ΣΥΝ. κράμα, ανάμειξη 2. ΧΗΜ. το σώμα που προκύπτει ύστερα από την ανάμειξη η δύο ή περισσότερων στοιχείων ή χημικών ενώσεων, τα οποία δεν αλληλεπιδρυύν χημικά και είναι δυνατόν να διαχωριστούν με φυσικές μεθόδους: μείγμα μεταξύ στερεών ουσιών / στερεών και αερίων || τα θολά νερά των ποταμών είναι μείγμα στερεών και υγρών || ομογενές μείγμα / ετερογενές μείγμα 3. (μτφ.) καθετί το οποίο αποτελείται από ανάμειξη διαφορετικά στοιχεία: οι απόψεις του είναι ένα μείγμα λαϊκών προκαταλήψεων και ανατολίτικου μυστικισμού || το νέο μουσικό είδος δεν διεκδικεί πρωτοτυπία, πρόκειται για μείγμα αφρικανικών και καραϊβικών ρυθμών.
** σχόλιο λ. αναμειγνύω.
[ετυμ. < αρχ. μείγμα / μίγμα < μ(ε)ίγνυμι, βλ. κ. μειγνύω|. μειγνύω ρ. μετβ. {μόνο στον ενεστ.) (αρχαιοπρ.) αναμειγνύω, ανακατεύω]
Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
αναμειγνύω ή αναμιγνύω; Το αρχ. ρ. μειγνύω (που σώζεται καλύτερα στο αρχαίο και σύγχρονο ρ. αναμειγνύω) και τα παράγωγά του ήδη στην Αρχαία γεννούν ζητήματα ορθογραφίας, πιθανώς και λόγω τού πρώιμου ιωτακισμού, τής συμπτώσεως στην προφορά τού -ει- με το -ι- Αν ληφθούν υπ’ όψιν η κατανομή των βαθμιδών τής ρίζας μειγ- στο ρήμα και στα παράγωγά του, καθώς και η γραπτή παράδοσή τους, κρίνονται ως ορθότερες οι εξής ορθογραφήσεις: (α) με -ει- (ανα)μειγνύω, (ανα)μείξω, (αν)έμειξα (β) με -ι- (ανα)μίχθηκα, (ανα)μιγμένος. Παράγωγα (α) με -ει- μείγμα και μείξη (ανάμειξη) (β) με -ι-. μικτός (ανάμικτος), επι-μιξία, μιγάς, αμιγής, μίγδην. Προκειμένου για το μείξη (αρχ. μείξις). θα μπορούσε μεν να δικαιολογηθεί η γραφή του ως μίξη (πολλά αρχαία ουσιαστικά σε -σ:ς σχηματίζονταν με το ασθενές θέμα: δόσις, θέσις, τάσις έναντι των δίδωμι, τίθημι, τείνω αλλά πνεύσις, ζεύξις, λήψις, πράξις). Ωστόσο μέσα από τη χειρόγραφη παράδοση φαίνεται προτιμότερη η γραφή με -ει- Ακόμη και το μικτός υπήρξε η τάση να γραφεί ως μεικτός, πράγμα που δεν επικράτησε τελικάΛεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη
το (Α μεῑγμα, -ατος)· βλ. μίγμα.
Πάπυρος – Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας
μίγμα
και μείγμα, το (Α μίγμα και μεῑγμα και αιολ. τ. μεῑχμα)· κάθε προϊόν ανάμιξης· || (νεοελλ.) 1. (χημ.) το προϊόν τής ανάμιξης περισσότερων σωμάτων, χωρίς να συντελείται χημική αντίδραση· 2. (φρ.) α) «μίγμα καύσιμο»· (τεχνολ.) μίγμα ατμών υγρού καυσίμου, όπως λ.χ. βενζίνης ή πετρελαίου με αέρα, το οποίο χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία τών μηχανών εσωτερικής καύσης· β) «μίγμα πλούσιο»· (τεχνολ.) καύσιμο μίγμα που περιέχει ατμούς καυσίμου σε αναλογία μεγαλύτερη από την άριστη· γ) «μίγμα πτωχό»· (τεχνολ.) καύσιμο μίγμα που περιέχει ατμούς καυσίμου σε αναλογία σαφώς μικρότερη από την άριστη· δ) «μίγμα ψυκτικό»· (τεχνολ.) μίγμα στο οποίο οι ουσίες που συμμετέχουν στον σχηματισμό του προκαλούν υποβιβασμό τής θερμοκρασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιγ- / μειγ- τού μίγνυμι / μείγνυμι + κατάλ. -μα. Βλ. ετυμολ. λ. μιγνύω].
Πάπυρος – Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας
ΜΥΞΑ ανάγεται βεβαίως εις την ιατρικήν επιστήμη ;D ;D ;Dsfaku είπε:Μια επιστημονική τοποθέτηση για τα ορθογραφικά του νήματος.