Μια αναφορά στα βασικότερα και γνωστότερα είδη των synths.
Τα synths χωρίζονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες, τα Αναλογικά και τα Ψηφιακά.
Τα Αναλογικά synths χωρίζονται κι αυτά με τη σειρά τους σε δυο κατηγορίες, τα Μονοφωνικά και τα Πολυφωνικά. Όλα χρησιμοποιούν την κλασική sound engine αφαιρετικής σύνθεσης, δηλαδή -χοντρικά- μια κυματομορφή που περνάει από κάποιο φίλτρο αφαιρώντας κάποια μέρη της και αλλάζοντας/διαμορφώνοντας τη χροιά της. Στα Ψηφιακά synths έχουμε αρκετές κατηγορίες. Η βασική αρχή της αφαιρετικής σύνθεσης βρίσκεται και εκεί, αφού τα περισσότερα εξ αυτών χρησιμοποιούν κάποια είδη φίλτρων. Από κει και πέρα υπάρχουν διάφορες κατηγορίες ψηφιακών synths που κατατάσσονται σύμφωνα με την sound engine/μέθοδο σύνθεσης ήχου που χρησιμοποιούν.
Οι πλέον κλασικές ψηφιακές κατηγορίες synths παρακάτω.
Tα παραπάνω είναι αρκετά γενικά και βασικά, δεν έχει νόημα να αναλύσουμε εδώ πιο πολύ την FM, η οποία είναι κάπως δύσκολη στην εκμάθηση και χρήση, αλλά έχει καταπληκτικά ηχητικά αποτελέσματα.
Algorithm 11 (Yamaha DX1/DX5/DX7)
Oι δυο Operators (1,4) στη βάση του Algorithm 11 είναι Carriers (οι Operators στη βάση κάθε αλγόριθμου είναι πάντα Carriers) και οι υπόλοιποι Operators είναι Modulators. Στον συγκεκριμένο αλγόριθμο ο Modulator 5 διαμορφώνει τον Carrier 4, o Modulator 6 διαμορφώνει επίσης τον Carrier 4 αλλά και τον εαυτό του (feedback loop), ενώ ο Modulator 3 διαμορφώνει τον Modulator 2 ο οποίος διαμορφώνει τον Carrier 1. Στα FM synths του παραδείγματος μας υπάρχουν 32 διαφορετικοί αλγόριθμοι αποτελούμενοι ο καθένας από 6 Operators.
Yamaha DX5 (1985)
Οι δυνατότητες δημιουργίας νέων ήχων μέσα από μια συλλογή κάποιων χιλιάδων κυματομορφών (ιδιαίτερα σε Romplers που έχουν την δυνατότητα να φορτώνουν και νέες κυματομορφές πέραν αυτών που είναι ήδη εγκατεστημένες στη ROM τους) είναι στην κυριολεξία άπειρες σε σύγκριση με τα αναλογικά αφαιρετικού τύπου synths, τα οποία δεν διαθέτουν πάνω από 5-6 βασικές κυματομορφές (sine, square, sawtooth, triangle κλπ). Τα Romplers ακολουθούν συνήθως τον αφαιρετικό τρόπο σύνθεσης ήχου, τουλάχιστον σαν βάση, δηλαδή μια κυματομορφή/sample περασμένη από διάφορες περιβάλλουσες και φίλτρα.
Yamaha Motif XF6 (2010)
Kawai K5000S (1996)
Novation SuperNova II (1998)
Δυστυχώς η εποχή που κυκλοφορήσαν αυτά τα synths δεν ήταν η σωστή, η Ιαπωνία δεν ήταν και στα καλύτερα της οικονομικά, το ίδιο και η Yamaha. H οικονομική ύφεση απ'τη μια και η πρόοδος της sampling τεχνολογίας απ'την άλλη που γινόταν καθημερινά όλο και πιο φτηνή, δεν άφηνε περιθώρια για μαζική παραγωγή τόσο προχωρημένων hi-tech οργάνων σε ανταγωνιστικές τιμές. H VL/VP σειρά ήταν limited edition. Το μονοφωνικό VL1 στοίχιζε £4,000/€5,600 το 1994, ενώ η ναυαρχίδα της σειράς, το πολυφωνικό VP1 έπαιζε περίπου στα £10,000/€14,000. Τον Απρίλιο του 2014 έκανε την εμφάνιση του στο ebay ένα VP1 στην τιμή των €25,000. H Yamaha κατασκεύασε ελάχιστα VP1s, και αυτά που έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς δεν ξεπερνάνε τα...τέσσερα.
Yamaha VL1 (1993)
Yamaha VP1 (1994)
Οι κυματομορφές της κάθε wavetable μπορούν να παιχτούν σε σειρά ή με τυχαίο start point, διαφορετικές κυματομορφές μπορούν να παιχτούν ανάλογα το velocity της νότας ή την ίδια την νότα, μπορεί να γίνει real time αλλαγή/σάρωση των κυματομορφών με χρήση του LFO ή κάποιου controller όπως το Mod Wheel, κλπ. Η Wavetable είναι πολύ ισχυρή σαν μέθοδος σύνθεσης και μπορεί να δημιουργήσει ιδιαίτερα και μοναδικά "κινούμενα" ηχητικά τοπία.
Waldorf Wave (1993)
Στις μέρες μας τα samplers είναι πλέον προσιτά στους πάντες, είτε σε hardware είτε σε software μορφή.
Fairlight CMI III (1985)
Τα synths χωρίζονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες, τα Αναλογικά και τα Ψηφιακά.
Τα Αναλογικά synths χωρίζονται κι αυτά με τη σειρά τους σε δυο κατηγορίες, τα Μονοφωνικά και τα Πολυφωνικά. Όλα χρησιμοποιούν την κλασική sound engine αφαιρετικής σύνθεσης, δηλαδή -χοντρικά- μια κυματομορφή που περνάει από κάποιο φίλτρο αφαιρώντας κάποια μέρη της και αλλάζοντας/διαμορφώνοντας τη χροιά της. Στα Ψηφιακά synths έχουμε αρκετές κατηγορίες. Η βασική αρχή της αφαιρετικής σύνθεσης βρίσκεται και εκεί, αφού τα περισσότερα εξ αυτών χρησιμοποιούν κάποια είδη φίλτρων. Από κει και πέρα υπάρχουν διάφορες κατηγορίες ψηφιακών synths που κατατάσσονται σύμφωνα με την sound engine/μέθοδο σύνθεσης ήχου που χρησιμοποιούν.
Οι πλέον κλασικές ψηφιακές κατηγορίες synths παρακάτω.
FM synths
Παράγουν ήχο με την FM (Frequency Modulation) μέθοδο σύνθεσης, μια μέθοδο που αναπτύχθηκε και χρησιμοποιείται από τη Yamaha. Εδώ έχουμε ένα αριθμό από-κυρίως- sine waves (συνήθως 2 ως 6) οι οποίες ονομάζονται Operators, χωρίζονται σε Carriers και Modulators και φτιάχνουν συνδυασμούς οι οποίοι λέγονται Algorithms. Οι Carrier Operators διαμορφώνονται από τους Modulator Operators. Εμείς ακούμε πάντα τους Carriers, οι Modulators δεν μπορούν να ακουστούν, η δουλειά τους είναι μόνο να διαμορφώνουν τους Carriers. Το ποιοι Operators παίζουν τον ρόλο των Carriers και ποιοι των Modulators δεν είναι standard και εξαρτάται από τον αλγόριθμο στον οποίο βρίσκονται κάθε φορά.Tα παραπάνω είναι αρκετά γενικά και βασικά, δεν έχει νόημα να αναλύσουμε εδώ πιο πολύ την FM, η οποία είναι κάπως δύσκολη στην εκμάθηση και χρήση, αλλά έχει καταπληκτικά ηχητικά αποτελέσματα.
Algorithm 11 (Yamaha DX1/DX5/DX7)
Oι δυο Operators (1,4) στη βάση του Algorithm 11 είναι Carriers (οι Operators στη βάση κάθε αλγόριθμου είναι πάντα Carriers) και οι υπόλοιποι Operators είναι Modulators. Στον συγκεκριμένο αλγόριθμο ο Modulator 5 διαμορφώνει τον Carrier 4, o Modulator 6 διαμορφώνει επίσης τον Carrier 4 αλλά και τον εαυτό του (feedback loop), ενώ ο Modulator 3 διαμορφώνει τον Modulator 2 ο οποίος διαμορφώνει τον Carrier 1. Στα FM synths του παραδείγματος μας υπάρχουν 32 διαφορετικοί αλγόριθμοι αποτελούμενοι ο καθένας από 6 Operators.
Yamaha DX5 (1985)
Rompler synths
Τα synths αυτά είναι τα πλέον διαδεδομένα στις μέρες μας. Αφαιρετικού τύπου synths, η βασική διάφορα που έχουν με ένα αναλογικό αφαιρετικό synth -πέραν του ότι είναι ψηφιακά- είναι ο τρόπος παραγωγής των κυματομορφών τους, οι οποίες είναι samples φυσικών και ηλεκτρικών/ηλεκτρονικών οργάνων, αναλογικών κυματομορφών από διάφορες πηγές, πολλές φορές από γνωστά vintage synths, άλλων τυχαίων μη μουσικών ήχων, ηχητικών εφέ κλπ.Οι δυνατότητες δημιουργίας νέων ήχων μέσα από μια συλλογή κάποιων χιλιάδων κυματομορφών (ιδιαίτερα σε Romplers που έχουν την δυνατότητα να φορτώνουν και νέες κυματομορφές πέραν αυτών που είναι ήδη εγκατεστημένες στη ROM τους) είναι στην κυριολεξία άπειρες σε σύγκριση με τα αναλογικά αφαιρετικού τύπου synths, τα οποία δεν διαθέτουν πάνω από 5-6 βασικές κυματομορφές (sine, square, sawtooth, triangle κλπ). Τα Romplers ακολουθούν συνήθως τον αφαιρετικό τρόπο σύνθεσης ήχου, τουλάχιστον σαν βάση, δηλαδή μια κυματομορφή/sample περασμένη από διάφορες περιβάλλουσες και φίλτρα.
Yamaha Motif XF6 (2010)
Additive synths
Δεν υπάρχουν πολλά. H προσθετική σύνθεση ήχου είναι δύσκολη. Σε αντίθεση με την αφαιρετική μέθοδο, ένα additive synth έχει σαν βάση μια sine wave στην οποία μπορούν να προστεθούν μέχρι και 127 αρμονικές οι οποίες θα δημιουργήσουν τον τελικό ήχο. Κλασικά additive synths ήταν το Kawai K5 στα '80s και το Kawai K5000 στα '90s.Kawai K5000S (1996)
VA (Virtual Analog) synths
Synths που προσπαθούν (και το καταφέρνουν μια χαρά πλέον) να προσομοιάσουν τον ήχο των αναλογικών synths μέσω digital sound modeling. Φυσικά τα σημερινά VA μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα απ'το να προσπαθούν να ακουστούν σαν αναλογικά. Κλασικό VA synth το παρακάτω.Novation SuperNova II (1998)
VA (Virtual Acoustic) synths
Υπερσπάνια synths κατασκευασμένα από τη Yamaha, η οποία κυκλοφόρησε μόνο 3 μοντέλα στις αρχές/μέσα των '90s. Το VL1 για παράδειγμα, που ήταν και το πρώτο της σειράς, ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του. Διέθετε μια Physical Modelling sound engine με την οποία μπορούσε κάποιος να δημιουργήσει και να παίξει ακουστικούς ήχους με απίστευτη φυσικότητα και ρεαλισμό, καθώς και εντελώς ανήκουστους ήχους. Το VL1 ειδικευόταν κυρίως στη δημιουργία virtual μοντέλων εγχόρδων και πνευστών οργάνων, υπαρκτών αλλά και εντελώς φανταστικών. Φανταστείτε πχ ένα έγχορδο όργανο που θα είναι ξύλινο, μήκους 7 μέτρων, θα διαθέτει 85 χορδές και θα παίζεται όχι με τα χεριά ή με κάποιο δοξάρι αλλά με το φύσημα του μουσικού, όπως παίζεται ένα σαξόφωνο για παράδειγμα. Όργανα που στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσαν να κατασκευαστούν, στο VL1 μπορούμε μέσω διάφορων πολύπλοκων virtual μοντέλων να τα δημιουργήσουμε, και το κυριότερο, να παίξουμε με αυτά και να τα ελέγξουμε μέσω του πληκτρολογίου και διάφορων controllers και να πάρουμε μια ιδέα του πως θα ακούγονταν αν υπήρχε η δυνατότητα να κατασκευαστούν.Δυστυχώς η εποχή που κυκλοφορήσαν αυτά τα synths δεν ήταν η σωστή, η Ιαπωνία δεν ήταν και στα καλύτερα της οικονομικά, το ίδιο και η Yamaha. H οικονομική ύφεση απ'τη μια και η πρόοδος της sampling τεχνολογίας απ'την άλλη που γινόταν καθημερινά όλο και πιο φτηνή, δεν άφηνε περιθώρια για μαζική παραγωγή τόσο προχωρημένων hi-tech οργάνων σε ανταγωνιστικές τιμές. H VL/VP σειρά ήταν limited edition. Το μονοφωνικό VL1 στοίχιζε £4,000/€5,600 το 1994, ενώ η ναυαρχίδα της σειράς, το πολυφωνικό VP1 έπαιζε περίπου στα £10,000/€14,000. Τον Απρίλιο του 2014 έκανε την εμφάνιση του στο ebay ένα VP1 στην τιμή των €25,000. H Yamaha κατασκεύασε ελάχιστα VP1s, και αυτά που έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς δεν ξεπερνάνε τα...τέσσερα.
Yamaha VL1 (1993)
Yamaha VP1 (1994)
Wavetable synths
Τα synths αυτά έχουν τις ρίζες τους στη Γερμανική εταιρεία PPG, και συγκεκριμένα στην Wave σειρά της στα '80s. Η σύνθεση ήχου που χρησιμοποιούν λέγεται Wavetable Synthesis. Wavetable είναι μια "ταμπλέτα"/λίστα με κυματομορφές, ανάμεσα στις οποίες μπορεί να κινηθεί κάποιος με διάφορους τρόπους. Ο αριθμός και ο τύπος των κυματομορφών που περιέχει η κάθε wavetable διαφέρει από synth σε synth, το Waldorf Blofeld για παράδειγμα έχει 68 wavetables και η κάθε μία περιέχει 64 διαφορετικές κυματομορφές, ενώ αρκετές από τις wavetables είναι δανεισμένες από το PPG Wave, μια και η Waldorf είναι κατά κάποιον τρόπο η συνέχεια της PPG.Οι κυματομορφές της κάθε wavetable μπορούν να παιχτούν σε σειρά ή με τυχαίο start point, διαφορετικές κυματομορφές μπορούν να παιχτούν ανάλογα το velocity της νότας ή την ίδια την νότα, μπορεί να γίνει real time αλλαγή/σάρωση των κυματομορφών με χρήση του LFO ή κάποιου controller όπως το Mod Wheel, κλπ. Η Wavetable είναι πολύ ισχυρή σαν μέθοδος σύνθεσης και μπορεί να δημιουργήσει ιδιαίτερα και μοναδικά "κινούμενα" ηχητικά τοπία.
Waldorf Wave (1993)
Samplers
Είναι synths τα Samplers? Φυσικά και είναι, αφού μπορούν και διαμορφώνουν τον ήχο όπως τα περισσότερα synths, δηλαδή και σε αυτά θα βρει κανείς φίλτρα, περιβάλλουσες, LFO κλπ. Tα τελευταία χρόνια τα περισσότερα hardware samplers είναι ενσωματωμένα σε flagship workstations, όπως τα Korg Kronos, Roland Fantom, Yamaha Motif κ.α., αλλά και σε πλήθος άλλων digital συσκευών. Στα πρώτα χρόνια του sampling, τα samplers ήταν υπόθεση πολύ λίγων μουσικών/συνθετών. Πόσοι μπορούσαν στα '80s να αποκτήσουν ένα Synclavier ή ένα Fairlight? Μόνο ελάχιστοι και αρκετά πλούσιοι μουσικοί καθώς και κάποια μεγάλα στούντιο. Η πλειονότητα των μουσικών έβλεπε τα samplers με τα κιάλια. Από τα μέσα των '80s και μετά, και με την κυκλοφορία κάποιων φτηνών (σε σχέση πάντα με τα δυο "τέρατα" παραπάνω) samplers από τις εταιρείες E-mu Systems (Emulator/Emax series), Kurzweil (K250), Akai (S900/S1000/S3000 κλπ), Roland (S series), Korg (DSS1), Yamaha (TX16W) κ.α., η sampling τεχνολογία άρχισε να χρησιμοποιείται από όλο και περισσότερους μουσικούς.Στις μέρες μας τα samplers είναι πλέον προσιτά στους πάντες, είτε σε hardware είτε σε software μορφή.
Fairlight CMI III (1985)