- Μηνύματα
- 586
- Πόντοι
- 618
Όλοι μας λίγο πολύ, έχουμε κάνει κάποιες λεκτικές γκάφες στη ζωή μας, έχουμε πει κάτι το οποίο στη συνέχεια εκλήφθηκε ως κάτι άλλο και μέχρι να δοθούν οι απαραίτητες διευκρινήσεις, νιώσαμε την ανάγκη να ανοίξει η γη να μας καταπιεί. Ας γελάσουμε λοιπόν λίγο, αφηγούμενοι ο καθένας ξεχωριστά, ένα τέτοιο γεγονός, μια τέτοια περιπέτεια. Ας ξεκινήσω λοιπόν με ένα τέτοιο συμβάν που αν και έχουν περάσει αρκετά χρόνια, ακόμα δεν μπορώ να το διώξω από το μυαλό μου.
Όπως ξέρουν πολύ από εδώ, είμαι ένας ταλαίπωρος δάσκαλος της Αγγλικής Γλώσσας με ένα μικρό συνοικιακό φροντιστήριο. Αυτό το λέω γιατί έχει σημασία σε σχέση με το συμβάν που θα περιγράψω.
Πριν κάποια χρόνια επισκεπτόμενος τον ωρυλά μου στην Αθήνα, αντίκρισα αρκετό κόσμο, κυρίως ηλικιωμένους να περιμένουν. Ανάμεσά τους και ένα ζευγάρι γύρω στα 45 που μου φάνηκε πως με κοιτούσε επίμονα. Τον κύριο δεν τον γνώριζα, η σύζυγος όμως φαινόταν φυσιογνωμικά οικεία. Υπέθεσα λοιπόν οτι ίσως να ήταν οι γονείς κάποιου μαθητή μου.
Βημάτισα προς το ζευγάρι χαμογελώντας και όταν τους πλησίασα είπα στην κυρία:
"Συγνώμη, μήπως είσαστε η μητέρα κάποιου από τα παιδιά μου;"
Πριν πάρω χαμπάρι τι ακριβώς είχα πει, παρατήρησα πως όλος ο κόσμος στην αίθουσα αναμονής είχε σκάσει στα γέλια. Οι περισσότερο ευγενικοί μάλιστα έσπευσαν να βγουν έξω για να γελάσουν με μεγαλύτερη ελευθερία.
Όταν κατάλαβα τι ακριβώς είχα πει, επιχείρησα να διευκρινίσω τι ακριβώς εννοούσα. Μπέρδεψα όμως τα λόγια μου και έκανα τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Τελικά, ούτε μητέρα μαθητή μου ήταν η κυρία, ούτε και θυμάμαι αν την γνώριζα από κάποιο άλλο κοινωνικό γεγονός.
Όπως ξέρουν πολύ από εδώ, είμαι ένας ταλαίπωρος δάσκαλος της Αγγλικής Γλώσσας με ένα μικρό συνοικιακό φροντιστήριο. Αυτό το λέω γιατί έχει σημασία σε σχέση με το συμβάν που θα περιγράψω.
Πριν κάποια χρόνια επισκεπτόμενος τον ωρυλά μου στην Αθήνα, αντίκρισα αρκετό κόσμο, κυρίως ηλικιωμένους να περιμένουν. Ανάμεσά τους και ένα ζευγάρι γύρω στα 45 που μου φάνηκε πως με κοιτούσε επίμονα. Τον κύριο δεν τον γνώριζα, η σύζυγος όμως φαινόταν φυσιογνωμικά οικεία. Υπέθεσα λοιπόν οτι ίσως να ήταν οι γονείς κάποιου μαθητή μου.
Βημάτισα προς το ζευγάρι χαμογελώντας και όταν τους πλησίασα είπα στην κυρία:
"Συγνώμη, μήπως είσαστε η μητέρα κάποιου από τα παιδιά μου;"
Πριν πάρω χαμπάρι τι ακριβώς είχα πει, παρατήρησα πως όλος ο κόσμος στην αίθουσα αναμονής είχε σκάσει στα γέλια. Οι περισσότερο ευγενικοί μάλιστα έσπευσαν να βγουν έξω για να γελάσουν με μεγαλύτερη ελευθερία.
Όταν κατάλαβα τι ακριβώς είχα πει, επιχείρησα να διευκρινίσω τι ακριβώς εννοούσα. Μπέρδεψα όμως τα λόγια μου και έκανα τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Τελικά, ούτε μητέρα μαθητή μου ήταν η κυρία, ούτε και θυμάμαι αν την γνώριζα από κάποιο άλλο κοινωνικό γεγονός.
Τελευταία επεξεργασία από moderator: